Το Μπαούλο της Μαρου-SOS βρήκε στέγη και θα κάνει την πρεμιέρα του σε ένα από τα ομορφότερα θέατρα της Αττικής, το Ευριπίδειο θέατρο στη Σαλαμίνα.
Με αφορμή την πρεμιέρα του έργου είχαμε μια επικοινωνία με τις συγγραφείς και απαντούν και οι δυο στις ίδιες ερωτήσεις που τους υποβάλαμε.
Χαρακτήρες χαρούμενοι, με πάθος, όρεξη για δουλειά και προπάντων έμπνευση και πάθος.
Ας δούμε μαζί τι μας απάντησαν. Ακολουθούν οι απαντήσεις με τα αρχικά τους στην αρχή των απαντήσεών τους, συνοδεία φωτογραφιών από τις πρόβες.
Συνέντευξη: Μικαέλα Γεωργίου
Φωτογραφίες: Mike DigiCam
Να ξεκινήσουμε την κουβέντα μας με την πιο προφανή ερώτηση: Πώς εμπνευστήκατε το θέμα του έργου;
Κ.Γ: Με την Στέλλα έχουμε πολλά κοινά. Ένα από αυτά είναι η αδυναμία μας στα μπαούλα . Ποιος θα άντεχε στην θέα τους, χωρίς να σκεφτεί έστω, να ψάξει το κλειδί;
Οι άνθρωποι κατά την δική μας άποψη, έχουν δύο εαυτούς. Τον φωτεινό και τον σκοτεινό. Ο φωτεινός είναι αυτός της χαράς. Του γέλιου και της ευτυχίας. Ο σκοτεινός είναι εκείνο το αόρατο μπαούλο μέσα στην ψυχής μας, που κρύβει τα μυστικά. Τις πικρίες, σκέψεις για εκδίκηση. Όταν το φως εισχωρήσει στον μαύρο αυτόν κόσμο, θα χώσει την μύτη της η αλήθεια. Που σαν κρίνει ότι κάτι δεν πάει καλά, θα φωνάξει την θεά της δικαιοσύνης. Την Θέμιδα. Η οποία μόλις τελειώσει το έργο της, θα αναλάβουν οι κόρες της οι Μοίρες.
Έτσι πλέξαμε την ιστορία του έργου. Σαν τις Μοίρες που έγνεθαν το νήμα της ζωής για τους 8 ήρωες του έργου μας. Αποφασίσαμε το μπαούλο να παίξει τον ρόλο του τιμωρού. Δηλαδή οι ίδιες μας οι πράξεις και τα σκοτεινά μυστικά μας, θα μας κοιτάξουν κατάματα κάποια στιγμή. Πόσο έτοιμοι είμαστε γι αυτό;
Σ.Κ: Ένα μπαούλο κι ο κόσμος που κρύβει, μια γυναίκα που κρατά το κλειδί του καλά φυλαγμένο. Ένα κλειδί που το θέλουν όλοι. Για να δουν τα καλά κρυμμένα μυστικά, τα πιο κρυφά, τ’ αφανέρωτα. Μύχια επιθυμία τους τα δικά της να γίνουν δικά τους. Η γυναίκα πονά, η γυναίκα επιβιώνει, η γυναίκα εκδικείται. Το μπαούλο, κοινή αδυναμία και των δυο μας, αναπνέει. Τιμωρεί. Έχει τον τελευταίο λόγο. Την τελεσίδικη απόφαση της δικαιοσύνης. Γίνεται καθαρτήριο βασανισμένων ψυχών. Αυτός ήταν ο σκελετός της έμπνευσής μας. Μέρα τη μέρα, ώρα την ώρα, χτίζαμε τους χαρακτήρες, την πλοκή, το σώμα του έργου μας. Απέκτησε σάρκα, αίμα, ανάσα. Θεμέλιό του η κοινή μας αγάπη για τη δημιουργία, για την έκφραση, για το μοίρασμα ψυχής.
Να περιμένουμε και το Νο 2;
Κ.Γ : Η υπόθεση του έργου έχει αρχή και τέλος. Για να γράψουμε το μπαούλο της Μαρου-sos νούμερο 2, θα χρειαστεί να είναι βασισμένο σε μεταφυσικά γεγονότα. Ή να γράψουμε Το πώς έφτασε η Μαρουσώ, στο καλά φυλαγμένο μυστικό της. Στην πρώτη περίπτωση γνωρίζουμε πολύ καλά και οι δύο μας, ότι είναι εύκολο για εμάς να γράψουμε την απόλυτα ανατριχιαστική μαύρη κωμωδία. Η δεύτερη περίπτωση, πιστεύω πως αφήνει αδιάφορη την Στέλλα, όπως κι εμένα.
Σ.Κ: Δεν μας είχε περάσει απ’ το μυαλό. Αλλά, όπως είπε και η Νίνα (Κατερίνα Γκουρογιάννη), μία απόλυτα ανατριχιαστική μαύρη... μεταφυσική κωμωδία θα ήταν η πιο πιθανή συνέχεια του Μπαούλου. Και η πιο ενδιαφέρουσα για εμάς.
Με ποιους χαρακτήρες ταυτίζεστε;
Κ.Γ: Ταυτίζομαι με την γιαγιά που έχει Αλτσχάιμερ. Είμαι η προσωποποίηση του "πού πήγαινα εγώ τώρα;".
Κάθε φορά που χρειάζεται να ταξιδέψω θυμάμαι τα λόγια των φίλων μου. "Σε παρακαλώ... Μην βρεθείς καμία Αλάσκα. Ούτε σε καμία νότια Αφρική. Εδώ κοντά να χαθείς, να μπορούμε να σε βρούμε ".
Σ.Κ: Με όλους και με κανέναν. Όταν γράφαμε το έργο, γινόμασταν το κάθε πρόσωπο ξεχωριστά. Δεν υπήρχαν ρόλοι. Ήμασταν οι ίδιοι οι χαρακτήρες. Και η μία ατάκα διαδεχόταν την άλλη. Κι αλλάζαμε πρόσωπα μεταξύ μας. Υποδυθήκαμε όλους τους ρόλους, η καθεμία με τον τρόπο της. Ενσαρκώσαμε τους χαρακτήρες δίνοντάς τους πνοή. Το χαρτί ζωντάνεψε κι έγινε αληθινή ζωή, πρόσωπα με ανάσα, κίνηση, βούληση. Οι επιθυμίες τους, οι αδυναμίες τους έγιναν δικές μας. Πονέσαμε όπως πονούν, διχαστήκαμε, κλάψαμε, τρομάξαμε με τον σκοτεινό εαυτό μας. Κάτι, όμως, που δεν θα ξεχάσω ποτέ είναι το πόσο γελάσαμε με γέλιο δυνατό, απ’ τα βάθη μας, μέχρι δακρύων. Τώρα, αν έπρεπε να ταυτιστώ μ’ έναν χαρακτήρα, η Γιαγιά, η μάνα της Μαρουσώς, ταιριάζει καλύτερα στην ψυχοσύνθεσή μου.
Η πρεμιέρα θα γίνει από το θέατρο Σαλαμίνας σε ένα υπέροχο θέατρο, το Ευριπίδειο. Μήπως έπρεπε να περιμένετε λίγο, μιας και διαδραματίζεται χειμώνα η υπόθεση, να παιχτεί σε κλειστό θέατρο;
Κ.Γ: Η σκηνή του θεάτρου είναι ένας κόσμος μαγικός.
Ξεχωριστός από τον δικό μας. Οι ηθοποιοί μεταμορφώνουν τους εαυτούς τους. Εκεί πάνω συμβαίνουν πράγματα φανταστικά. Κάποιες φορές πραγματικά . Οι θεατές δεν μπορούν να παρέμβουν. Καλούνται να παρακολουθήσουν από τις καρέκλες τους τα όσα συμβαίνουν. Όσοι καταφέρουν να μεταφέρουν το πνεύμα τους στην σκηνή και φεύγοντας να κρατήσουν μέσα τους το έργο για κάποιον καιρό, δεν θα δώσουν καμία σημασία στην " λεπτομέρεια" που μου θέσαμε στην ερώτηση.
Οπότε όχι. Δεν χρειάζεται να περιμένει κανένας μας. Βρίσκω υπέροχη την ιδέα του σκηνοθέτη μας, να γίνει η πρεμιέρα στο Ευριπίδειο θέατρο.
Σ.Κ: Η αλήθεια είναι ότι σταθήκαμε πολύ τυχερές που θα κάνει πρεμιέρα στο Ευριπίδειο. Ο πρώτος σταθμός του έργου είναι ευλογία για εμάς. Είναι τιμή μας. Το θεατρικό μας ετοιμαζόταν να ανέβει από τις αρχές του ’20 σε κλειστό θέατρο. Η καραντίνα λόγω της πανδημίας άλλαξε τα σχέδιά μας. Νομίζω, περιμέναμε αρκετά. Έτσι κι αλλιώς, στο θέατρο δεν υπάρχει εποχή. Και πολλές φορές, στα θεατρικά κείμενα, οι εποχές είναι αναπόσπαστο μέρος της ιστορίας. Ορίζουν το ίδιο το έργο. Καθρεφτίζουν τον ψυχισμό των χαρακτήρων.
Κ.Γ: Ο ιός με βοήθησε να αλλάξω ριζικά την ζωή μου.
Ήρθα να ζήσω στην Αγγλία. Μια χώρα που με εμπνέει διαφορετικά. Αυτήν την περίοδο γράφω δύο θεατρικά έργα.
Σ.Κ: Η πανδημία άλλαξε τη ζωή μας. Άφησε γρατζουνιές στην ψυχή μας. Κι αυτές αργούν να γιατρευτούν. Αρρώστησε ο αέρας που αναπνέουμε. Διανύουμε μια περίοδο δύσκολη, δύσπεπτη, δύσπιστη. Θα περάσει, θα γίνει χθες. Σημαδούρα, που θα την αφήσουμε πίσω, θα χαϊδεύουμε αργότερα τις σιδερένιες χαρακιές της πάνω μας. Θα γυρίζουμε, θα την κοιτάμε, για χρόνια και χρόνια. Επισήμανση, υπενθύμιση. Στα θολά κολυμπάμε. Κι αν γίνουμε καλύτεροι μέσα απ' τον πνιγμό, θα γίνουμε (και θα γίνουν) κι όσα ευχόμαστε κι ελπίζουμε. Για να βγει κι η αγάπη απ' την καραντίνα. Αιώνες κλεισμένη, αγοραφοβική, αρχίζει ν' αρρωσταίνει. Ασθμαίνει. Χρέος μας να της δώσουμε οξυγόνο, να τη σώσουμε. Όσον αφορά στην έμπνευση, την ξεδίψασα με αρκετές ιστορίες, που ταξίδεψαν σε διαγωνισμούς, διακρίθηκαν, φιλοξενήθηκαν σε συλλογικά έργα, και τώρα συνυπάρχουν με ιστορίες άλλων δημιουργών σε e-book, σε λογοτεχνικά περιοδικά, σε ράφια βιβλιοπωλείων. Κι ένα νέο θεατρικό είναι πολύ πιθανό να δημιουργηθεί. Η ιδέα υπάρχει.
Είναι δύσκολο να καταπιαστεί κανείς με την γραφή ενός θεατρικού έργου;
Κ.Γ: Είναι περίεργο θα έλεγα. Όταν γράφαμε με την Στέλλα το μπαούλο της Μαρου-sos, θυμάμαι να μεταμορφώνω τον εαυτό σε γιαγιά , στην Μαρουσώ, να γίνομαι η υπέροχη Ρωσίδα. Πέρασα μέσα από όλους τους ρόλους, για να αισθανθώ την πικρία τους, το πάθος για εκδίκηση και τόσα άλλα αισθήματα.
Όσο πιο πολύ γράφεις, ξεκλειδώνεις κώδικες στον εγκέφαλό σου και ανοίγεις νέα πεδία, που δεν είχες ποτέ σου φανταστεί ότι υπάρχουν εκεί.
Κάποιες φορές σε φοβίζει ο ίδιος σου ο εαυτός. Πώς είναι δυνατόν εσύ! Να σκεφτείς κάτι τέτοιο;
Και κάποιες άλλες, αφήνεις το στυλό κάτω και με σύνεση σκέφτεσαι, " αρκετά για σήμερα. Μου απαγορεύω να σκεφτώ οτιδήποτε έχει να κάνει με αυτό που γράφω. Κυκλοφορούν εγκεφαλικά εκεί έξω. Μην έρθουν και στην πόρτα μου."
Σ.Κ: Τίποτα δεν είναι δύσκολο, αν το αγαπάς. Ίσως ακούγεται κλισέ, μα αυτή είναι η αλήθεια. Όταν ξεκινάς να γράφεις, η έμπνευση σε καθοδηγεί κι όλα παίρνουν τον δρόμο τους. Μπορεί κάποιες στιγμές να κολλήσεις, να πρέπει να πιέσεις το μυαλό σου για να σκεφτείς την εξέλιξη της ιστορίας, των χαρακτήρων. Αν καταφέρεις να γίνεις για λίγο παρατηρητής των προσώπων, τα ίδια τα πρόσωπα θα επιλέξουν την εξέλιξή τους, θα αποφασίσουν τι θα απογίνουν.
Η ομάδα με τις συγγραφείς (στα δεξιά) κατά την πρώτη ανάγνωση του έργου |
Τι θα προτείνατε στα νέα παιδιά που θέλουν να γράψουν αλλά δεν ξέρουν πώς να ξεκινήσουν;
Κ.Γ: Αυτό που έχω να τους προτείνω, είναι να μην συμβουλευτούν ανθρώπους σαν εμένα. Γράφω άναρχα. Δεν είμαι καθόλου ευγενική με τους ήρωες μου και είμαι ικανή να σκοτώσω τον πρωταγωνιστή επειδή απλά μπορώ.
Αλλά γνωρίζω με σιγουριά και αν θέλουν ας το κρατήσουν αυτό στο μυαλό του , πως όταν σε όλη σου την ζωή, κρατάς από το χέρι τα χαρίσματα σου, αυτά θα σου δείξουν μόνα τους τον δρόμο.
Σ.Κ: Κάτι που λέω και στον εαυτό μου καθημερινά: Διάβασε. Γράψε. Διάβασε, διάβασε, διάβασε. Γράψε, σβήσε. Και πάλι γράψε. Άφοβα. Και διάβασε. Διάβασε. Ασταμάτητα. Ακούραστα. Και άκου. Άκου. Εκφράσου. Θεράπευσε την ψυχή, το μυαλό, το σώμα. Ξεκίνα, χωρίς φόβους, χωρίς τέρμα. Χωρίς λογοκρισία κι ανασφάλειες. Άνοιξε το μυαλό σου κι άλλο. Κι άλλο. Γράψε ελεύθερα!
Ας επιστρέψουμε στο Μπαούλο της Μαρου-SOS. Είστε από αυτούς που στις πρόβες θέλουν να είναι συνέχεια εκεί και να παρακολουθούν την εξέλιξη ή δίνετε το ελεύθερο στον σκηνοθέτη να κινηθεί όπως θεωρεί σωστό;.
Κ.Γ: Η δική μου δουλειά είναι να γνωρίσω τον σκηνοθέτη και την θεατρική ομάδα. Να συζητήσουμε για το έργο και για τις απορίες που θα προκύψουν.
Θέλω να ενημερώνομαι για τις αλλαγές κι έπειτα να καθίσω στην καρέκλα του θεατή , μαζί με τον κόσμο.
Σ.Κ: Όταν ολοκληρώνεται ένα κείμενο, αποκτά δικό του σώμα, δικό του αίμα. Ξεκινά τα δικά του ταξίδια μ’ ανοιχτά πανιά, στ’ ανοιχτά. Εσύ το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να είσαι πίσω του, πάντα διακριτικά, να παρακολουθείς την πορεία του, την «ενηλικίωσή» του, αν θέλετε, και να μην παρεμβαίνεις στον ανοιχτό δρόμο του βάζοντάς του εμπόδια. Είναι το ελεύθερο «παιδί» της ψυχής σου. Κι έτσι ελεύθερα θα πορευτεί. Οφείλεις να το προστατέψεις, αν χρειαστεί. Μα στη δική μας περίπτωση, δεν χρειάστηκε να γίνει καμία παρέμβαση εκ μέρους μας. Ο σκηνοθέτης Στέφανος Καρυδάκης σεβάστηκε κι αγκάλιασε το έργο μας, όπως έκαναν και όλοι οι ηθοποιοί που θα ενσαρκώσουν τους χαρακτήρες του έργου. Ενδιαφέρθηκαν, ανέλυσαν, έψαξαν, μας ρώτησαν, μας συμπεριέλαβαν στην ομάδα. Κι αυτό, όταν συμβαίνει, είναι σπουδαίο.
Είναι το πρώτο σας θεατρικό έργο;
Κ.Γ: Ναι. Είναι το πρώτο μου θεατρικό έργο.
Σ.Κ: Ναι, είναι το πρώτο μας θεατρικό. Και το πρώτο ολοκληρωμένο έργο όσον αφορά εμένα.
Η ομάδα του Θεάτρου Σαλαμίνας |
Μήπως είστε το θηλυκό δίδυμο των Ρέππα-Παπαθανασίου; Κάνατε την αρχή. Γιατί να μην έχουμε και άλλα Νεοελληνικά έργα; Το Μπαούλο το διάβασα και το βρήκα πολύ διασκεδαστικό μέσα από τους χαρακτήρες και την πλοκή του. Λείπουν νέοι συγγραφείς με έμπνευση
Κ.Γ: Για να γίνουμε το δίδυμο Γκουρογιάννη- Κουρμούλη, θα χρειαστεί να επιστρέψω στην Ελλάδα ή να έρθει η Στέλλα στην Αγγλία. Η συγγραφή χρειάζεται χρόνο και προσωπική επαφή. Δεν μπορώ να μας φανταστώ να γράφουμε και να μην τσουγκρίζουμε τα ποτήρια μας.
Σίγουρα όμως όταν θα σκεφτούμε ένα πρωτότυπο σενάριο, θα βρούμε τον τρόπο μας να το γράψουμε μαζί
Σ.Κ: Δεν ξέρω τι θα γίνει στο μέλλον. Όπως δεν ξέραμε, όταν γράφαμε το έργο, ποια θα είναι η πορεία του. Παρακολουθώντας τα καινούρια πράγματα, και μέσω φίλων συγγραφέων, θεωρώ ότι τα αξιόλογα νεοελληνικά έργα υπάρχουν σε αφθονία. Δεν υπάρχουν αρκετοί σκηνοθέτες/εκδότες να σκύψουν πάνω απ’ τα θαυμάσια κείμενα με σπουδαία λογοτεχνική αξία και να τα αναδείξουν. Δεν ξέρω αν είναι θέμα εμπιστοσύνης στους νέους δημιουργούς. Η έμπνευση και το ταλέντο είναι εκεί έξω. Χαιρόμαστε ειλικρινά που απολαύσατε την μαύρη κωμωδία μας.
Σας ευχαριστώ πολύ που μοιραστήκατε με το κοινό μας τις σκέψεις σας και τα σχέδιά σας για το μέλλον. Εύχομαι καλή επιτυχία στην πρεμιέρα με πολλές πολλές παραστάσεις ακόμη.
Στέλλα Κουρμούλη: Εμείς ευχαριστούμε θερμά για τη φιλοξενία. Είμαστε πραγματικά ευγνώμονες. Σας ευχόμαστε με τη σειρά μας καλή δημιουργική συνέχεια.
Κατερίνα Γκουρογιάννη: Συμφωνώ με την Στέλλα και σας περιμένουμε στην πρεμιέρα μας
Σας ευχαριστώ πολύ που μοιραστήκατε με το κοινό μας τις σκέψεις σας και τα σχέδιά σας για το μέλλον. Θα είμαστε στην πρεμιέρα του έργου και θα καλύψουμε με πλήρες ρεπορτάζ την παράσταση.
Εύχομαι καλή επιτυχία με πολλές πολλές παραστάσεις ακόμη.