24 Μαΐ 2020

Ρένα Βλαχοπούλου: Η απώλεια των γονιών της από βομβαρδισμό, η απαγωγή και η σχέση της με τον γαλαζοαίματο


Η Ρένα Βλαχοπούλου ήταν μια ανεπανάληπτη κωμικός, ταλαντούχα σόουγουμαν και εξαιρετική ...
τραγουδίστρια. Γεννήθηκε το 1923 στην Κέρκυρα και σπούδασε στο Ωδείο του Δραματικού Συλλόγου της γένετειράς της, όπου έκανε και τις πρώτες της εμφανίσεις.




Σε ηλικία 16 ετών η Ρένα Βλαχοπούλου γνώρισε τον πρώτο της άντρα

Ανήλικη ακόμη, σε ηλικία δεκαέξι ετών, πρωτοδούλεψε ως επαγγελματίας σε ζαχαροπλαστείο στη Σπιανάδα. Εκεί, το καλοκαίρι του 1938 γνώρισε τον πρώτο άντρα της ζωής της, τον Κύπριο ποδοσφαιριστή της ΑΕΚ Κώστα Βασιλείου, με τον οποίο παντρεύτηκε το καλοκαίρι της επόμενης χρονιάς, παρουσία λίγων φίλων.Όμορφος, μελαχρινός, με σγουρά μαύρα μαλλιά, ενθουσιάστηκε με τη χαριτωμένη πιτσιρίκα, τη διεκδίκησε και, πολύ σύντομα, την έκανε δική του. Με κάθε επισημότητα, φυσικά, αφού είχε τη συγκατάθεση του πατέρα της, ο οποίος έδωσε τις ευλογίες του για γάμο γόνιμο και βίο ανθόσπαρτο!


Η αρχή της καριέρας της το 1939, στην Αθήνα

Τα πρώτα της καλλιτεχνικά βήματα τα έκανε σε καφενεία και αναψυκτήρια, όπου την ανακάλυψε ο Μίμης Τραϊφόρος και την παρουσίασε ως νέο ταλέντο σ’ ένα πρόγραμμα βαριετέ που είχε ανεβάσει στο κέντρο «Όαση» του Ζαππείου. Το πρώτο τραγούδι που είπε ήταν το «Μικρή χωριατοπούλα» του Πολ Μενεστρέλ, το οποίο διασκευάστηκε αργότερα στο πασίγνωστο «Κορόιδο Μουσολίνι», από τον Γιώργο Οικονομίδη. Στην παράσταση αυτή την άκουσε ο Μακέδος και λίγο αργότερα την προώθησε στο σανίδι και συγκεκριμένα στο θέατρο «Μοντεάλ» της οδού Πανεπιστημίου, όπου έπαιξε με τις αδελφές Καλουτά και τραγούδησε ντουέτο με τη Σοφία Βέμπο.


Το 1940 η Ρένα Βλαχοπούλου έχασε και τους δύο γονείς της στο βομβαρδισμό της Κέρκυρας

Ένα βράδυ του Νοέμβρη του 1940, λίγο πριν βγει στη σκηνή, της έρχονται μαντάτα πως οι γονείς της σκοτώθηκαν ακαριαία από τους βομβαρδισμούς των Ιταλών στην Κέρκυρα. Με πόνο ψυχής, η νεαρή ηθοποιός φοράει ένα χαμόγελο και βρίσκει τη δύναμη να ερμηνεύσει ένα τραγούδι προτού καταρρεύσει.

Ήταν το πιο δυνατό χτύπημα της μοίρας στη ζωή της, ένα χτύπημα που τη σημάδεψε μέχρι το τέλος. Ατίθαση και ορμητική, αποφασίζει να ζήσει τη ζωή της χωρίς περιορισμούς. «Αξίζουν αυτά τα λίγα δευτερόλεπτα πάθους, που θα σε απογειώσουν και θα σου δώσουν δύναμη, να ζήσεις τη ζωή σε βάθος –κι ας γκρεμοτσακιστείς μετά», συνήθιζε να λέει. Τέσσερα χρόνια μετά τον γάμο της με τον ποδοσφαιριστή, απασχολεί τις εφημερίδες, όχι με κάποια καλλιτεχνική δραστηριότητα, αλλά με ένα σκανδαλώδες ειδύλλιο. «Απήχθη εκουσίως η κα Ρένα Βλαχοπούλου», γράφει λογοκριμένη, κατοχική εφημερίδα του ’43. «Ο σύζυγος μηνύει. Πράγματι, κατά τας βεβαιώσεις και τας ανακρίσεις του απαρηγορήτου, όπως εμφανίζεται τώρα συζύγου, όστις απειλεί να υποβάλει και μήνυσιν επί μοιχείαν, η άφαντος υπήκουσεν εις νέας υποδείξεις της καρδιάς της, ακολουθήσασα έναν νεαρόν υιόν αποθανόντος τραπεζίτου, όστις από καιρού εφέρετο ως ο φανατικότερος θαυμαστής της».

Το επεισόδιο προκάλεσε αίσθηση, όχι μόνο στον καλλιτεχνικό χώρο, αλλά και στον χώρο του ποδοσφαίρου, αφού ο «υιός τραπεζίτου» ήταν ο γενικός αρχηγός του Παναθηναϊκού, Γιάννης Κωστόπουλος! Ο γοητευτικός, ευειδής και ευκατάστατος bon viveur ενθουσίασε τη νεαρή αρτίστα, που δεν δίστασε να αφήσει σύξυλο και ταπεινωμένο τον σύζυγό της για χάρη του.

Μετά την απώλεια των γονέων της και μεσούσης της Κατοχής, το 1942, παντρεύτηκε για δεύτερη φορά με τον Γιάννη Κωστόπουλο, γόνο καλής οικογένειας των Αθηνών. Τότε γνώρισε και τον μεγάλο πιανίστα της τζαζ Γιάννη Σπάρτακο, με τον οποίο συνεργάστηκε στο «Πάνθεον». Η συνεργασία αυτή έφερε και την επιτυχία «Θα σε πάρω να φύγουμε», που πρωτοτραγούδησε το καλοκαίρι του ’44, στην επιθεώρηση «Well come» των Αλέκου Σακελάριου και Δημήτρη Ευαγγελίδη, στο θέατρο «Κυβέλη».


Τίτλοι τέλος στο δεύτερο γάμο το 1946

Το 1946 η Ρένα Βλαχοπούλου έδωσε τέλος στο δεύτερο γάμο της κι ενώ είχε ήδη αναδειχθεί σε «βασίλισσα της τζαζ», δέχθηκε ν’ ακολουθήσει τον Σπάρτακο σε περιοδεία, στην Κύπρο, την Τουρκία, την Αίγυπτο και την Αμερική. Η πολυγλωσσία της -αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, ιταλικά- και η πολύ καλή προφορά της ήταν τα δυνατά της “χαρτιά”.


Η πρώτη εμφάνιση της Ρένας Βλαχοπούλου στο θέατρο

Το καλοκαίρι του 1951 επέστρεψε στην Αθήνα, κάνοντας την πρώτη της επανεμφάνιση στο θέατρο «Σαμαρτζή», στην παράσταση «Φεστιβάλ στην Αθήνα», πλάι στους Άννα και Μαρία Καλουτά, Νίκο Σταυρίδη, Ορέστη Μακρή και Κούλη Στολίγκα. Το χειμώνα, κατόπιν πρόσκλησης Τούρκου παραγωγού, συμμετείχε την ταινία «Ανατολίτικες νύχτες», στην οποία επανέλαβε το «Θα σε πάρω να φύγουμε» του Σπάρτακου. Η ταινία αυτή δεν προβλήθηκε ποτέ στην Ελλάδα.

Το 1952 ο Βασίλης Μπουρνέλης, ένας από τους μεγαλύτερους επιχειρηματίες του μουσικού θεάτρου της δεκαετίας του ’50, την κάλεσε να τραγουδήσει ένα ντουέτο με την Μπελίντα στην επιθεώρηση «Βασίλισσα της νύχτας» στο θέατρο «Ακροπόλ». Ακολούθησαν οι επιθεωρήσεις «Να τι θα πει Αθήνα», «Πουλιά στον αέρα», «Κι ο μήνας έχει εννιά».

Το καλοκαίρι του 1954 πήρε για πρώτη φορά θεατρικό ρόλο, στην επιθεώρηση «Σουσουράδα», δίπλα στον Νίκο Σταυρίδη, με το νούμερο «Άλα πασά μου, κάνε μου τέτοια». Η πρόταση ήταν της Σοφίας Βέμπο. Τα κείμενα υπέγραφαν οι Μίμης Τραϊφόρος και Γιώργος Γιαννακόπουλος, τη μουσική ο Μενέλαος Θεοφανίδης και τη χορογραφία ο Γιάννης Φλερύ και η Αλίκη Βέμπο.

Το 1956 έκανε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο, παίζοντας δίπλα στον Νίκο Ρίζο και τον Στέφανο Στρατηγό, στην πρώτη έγχρωμη ελληνική ταινία «Πρωτευουσιάνικες περιπέτειες» του Γιάννη Πετροπουλάκη.


Το 1962 τη Ρένα Βλαχοπούλου την προσέχει ο Γιάννης Δαλιανίδης

Ορόσημο για την καριέρα της υπήρξε το 1962, όταν η συμμετοχή της στην «Οδό Ονείρων» του Μάνου Χατζιδάκι, στο θέατρο «Μετροπόλιταν», έγινε αφορμή να την προσέξει ο Γιάννης Δαλιανίδης και να την κάνει πρωταγωνίστρια του μιούζικαλ «Μερικοί το προτιμούν κρύο» (1963). Μάλιστα ο ίδιος ο Φίνος, όταν την άκουσε να τραγουδά, φέρεται να της πρότεινε να υπογράψει ισόβιο συμβόλαιο με την εταιρεία του, με την οποία γύρισε μερικές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του ελληνικού κινηματογράφου.

Ορισμένες από τις ταινίες της Ρένας Βλαχοπούλου που ξεχωρίζουν: «Κάτι να καίει» (1963), «Ένα κορίτσι για δύο» (1963), «Η χαρτοπαίχτρα» (1964), «Κορίτσια για φίλημα» (1965), «Φωνάζει ο κλέφτη»ς (1965), «Η βουλευτίνα» (1966), «Ραντεβού στον αέρα» (1966), «Βίβα Ρένα» (1967), «Η ζηλιάρα» (1968), «Η Παριζιάνα» (1969), «Η θεία μου η χίπισσα» (1970), «Μια τρελλή, τρελλή σαραντάρα» (1970), «Ζητείται επειγόντως γαμπρό»ς (1971), «Μια Ελληνίδα στο χαρέμι» (1971), «Η Ρένα είναι οφσάιντ» (1972), «Η Κόμισσα της Κέρκυρας» (1972).

Παράλληλα με την κινηματογραφική της καριέρα, συνέχισε τη σταδιοδρομία της στο θέατρο και στο τραγούδι. Το 1959 εμφανίστηκε στο Α’ Φεστιβάλ Τραγουδιού του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας, μ’ ένα τραγούδι του Κώστα Καπνίση και του Θάνου Σοφού, το «Είσαι η άνοιξη κι είμαι ο χειμώνας». Την επόμενη χρονιά, τραγούδησε ντουέτο με τον Γιάννη Βογιατζή το «Πρώτο χελιδόνι». Με την αυγή της δεκαετίας του ’60, είχε μοιραστεί στα τρία: τα πρωινά ηχογραφήσεις και συνεργασίες με το ΕΙΡ (τραγούδια των Χατζιδάκι, Πλέσσα, Μουζάκη, Μωράκη, Αττίκ, Σπάθη, Ιακωβίδη, Κατσαρού), το βράδυ θέατρο και μετά την παράσταση, εμφανίσεις σε νυχτερινά κέντρα.

Το καλοκαίρι του 1966 συγκρότησε θίασο με τον Γιώργο Κωνσταντίνου και το Γιάννη Βογιατζή, ενώ το καλοκαίρι του 1967 ηγήθηκε του θιάσου Βλαχοπούλου – Κωνσταντίνου – Σαπουντζάκη, που ανέβασε τη «Λουλουδιασμένη Αθήνα». Την ίδια χρονιά έκανε και τον τρίτο γάμο της, με τον επιχειρηματία Γιώργο Λαφαζάνη.

Το 1976 ξεκίνησε καριέρα και στην τηλεόραση, πρωταγωνιστώντας στην τηλεοπτική σειρά του Αλέκου Σακελάριου «Μια Αθηναία στην Αθήνα», ενώ τελευταίες εμφανίσεις της στη μικρή οθόνη ήταν οι «Μάμα Μία» και «Μάλιστα Κύριε».

Το 1995 βραβεύτηκε με το Αναμνηστικό Μετάλλιο Δημήτρη Ψαθά για την ερμηνεία της στη «Χαρτοπαίχτρα» του Ψαθά, στο θέατρο Μπρόντγουεϊ, ενώ το 2003 τιμήθηκε με το Χρυσό Σταυρό του Φοίνικος από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο.


Οι ερωτικές περιπέτειες της Ρένας Βλαχοπούλου

Στην πραγματική ζωή η Ρένα Βλαχοπούλου διέπρεπε στο σπορ της καρδιοκατάκτησης, αφήνοντας πίσω της ραγισμένες καρδιές και συντετριμμένες υπολήψεις. Η εικόνα που σχημάτισε το κοινό γι’ αυτήν, ταιριάζει στο στερεότυπο της τρελής σαραντάρας. Όμως η Ρένα Βλαχοπούλου είχε διατελέσει εικοσάρα με εκρηκτικό ταμπεραμέντο. Σε μια εποχή που τα ερωτικά ήθη ήταν κάθε άλλο παρά χαλαρά, η όμορφη Κερκυραία αψηφούσε τα κοινωνικά «πρέπει», για να βιώσει οριακά πάθη.Όπως εκμυστηρεύτηκε αργότερα, ο γάμος της με τον Βασιλείου αποτελούσε για εκείνη ένα διαβατήριο για τη ζωή που είχε πλάσει στα εφηβικά της όνειρα.

Ενώ βρίσκεται σε περιοδεία στη Μέση Ανατολή, διαμηνύει στο νέο σύζυγό της, Κωστόπουλο, ότι για εκείνη ο γάμος τους έχει λήξει. Απελευθερωμένη από κάθε μορφής «πρέπει», έκανε τα «θέλω» της πυξίδα, έζησε έντονους έρωτες και γοήτευσε αμέτρητους άντρες. Ανάμεσα στις κατακτήσεις της, συγκαταλέγεται ακόμη και ο Σάχης της Περσίας, Ρεζά Παχλεβί, ο οποίος παντρεύτηκε αργότερα την όμορφη, θλιμμένη πριγκίπισσα Σοράγια.

Ωστόσο, η μοίρα είχε άλλα σχέδια για την Κερκυραία. Έπειτα από σχεδόν είκοσι χρόνια εργένικης ζωής, κι ενώ βρισκόταν στο απόγειο της κινηματογραφικής καριέρας της, η Βλαχοπούλου γνώρισε τον άντρα που έμελλε να την τιθασεύσει. Ήταν ο Γιώργος Λαφαζάνης, ο οποίος τη συντρόφευσε μέχρι το τέλος της πολυκύμαντης και λαμπερής ζωής της. Ακόμα κι εκεί όμως, η Βλαχοπούλου βρήκε τρόπο να πάει κόντρα στο ρεύμα και σε πείσμα όσων λένε ότι οι μεγάλοι έρωτες έχουν άσχημο τέλος, έζησε δίπλα του τον πιο βαθύ και ουσιαστικό έρωτα της ζωής της….

Πέθανε στις 29 Ιουλίου του 2004.

Αντιστοιχισμένο περιεχόμενο

Η Ενημέρωση στην Ελλάδα και τoν Κόσμο