Pages

20 Ιουλ 2017

«Δίκαιο και πολιτισμός» το τελευταίο βιβλίο του Μηνά Αλεξιάδη


Γράφει ο Σταύρος Παπαδόπουλος
Εκπαιδευτικός

Κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες (Μάρτιος 2017) το τελευταίο βιβλίο του ομότιμου καθηγητή...
Λαογραφίας του τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Μηνά Αλεξιάδη. 




Το πόνημα του έχει τίτλο: «Δίκαιο και Λαϊκός Πολιτισμός», κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Γρηγόρης» και αποτελεί το εικοστό βιβλίο του συγγραφέα, στον οποίο το 2016 απονεμήθηκε ο τίτλος του Επίτιμου Μέλους- Καθηγητή του τμήματος Κλασικής Φιλολογίας και Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Βουκουρεστίου για το διδακτικό και επιστημονικό έργο του.

Πρόκειται για μια πολύ ενδιαφέρουσα και εξαιρετικά πρωτότυπη έρευνα που στόχο έχει να αναδείξει τη σύνδεση και τη σχέση των δύο επιστημονικών πεδίων: της Λαογραφίας και της Νομικής Επιστήμης. Ο συγγραφέας καταφέρνει και αναδεικνύει τα κοινά σημεία και τις ιδιαίτερες σχέσεις των δύο επιστημών στο βιβλίο του το οποίο αποτελείται από δύο μέρη. 

Το πρώτο μέρος του βιβλίου περιλαμβάνει τρία λαογραφικά μελετήματα του συγγραφέα που σχετίζονται με τη Νομική επιστήμη. Το δεύτερο μέρος, το επίμετρο περιλαμβάνει δυο προσωπογραφίες που αναφέρονται στο έργο δύο σημαντικών Καρπάθιων επιστημόνων, στον Γεώργιο Μιχαηλίδη–Νουάρο και στον Ανδρέα Λεντάκη. Στην προσωπογραφία του Μιχαηλίδη- Νουάρου παρουσιάζει ο Αλεξιάδης τη σχέση της Λαογραφίας με τη Νομική και στην προσωπογραφία του Λεντάκη τη σχέση Λαογραφίας με Κοινωνική Ανθρωπολογία.

Το πρώτο από τα λαογραφικά μελετήματα του Μηνά Αλεξιάδη έχει τίτλο: «Λαογραφία και Νομική Επιστήμη» και ο Αλεξιάδης παραθέτει με χρονολογική σειρά μια εξαιρετικά πλούσια βιβλιογραφία προκειμένου να τεκμηριώσει τη σχέση των δύο επιστημών. Ενδεικτικά αναφέρουμε τις παραπομπές του στο έργο των Σ. Κυριακίδη, Γ. Μέγα, Ν. Πανταζόπουλου, Μ. Μερακλή και Δ. Λουκάτου. Υπάρχουν αναφορές πάμπολλων παροιμιών που καταδεικνύουν τη σχέση της λαϊκής σοφίας με τις περί δικαίου αντιλήψεις του λαού.

Σημειώνει ο καθηγητής Αλεξιάδης: «’Ήθη και έθιμα, λαϊκό δίκαιο, παραδοσιακά δικαιοπρακτικά έγγραφα, δεν προσφέρουν μόνο πλούσιο υλικό στη σχετική έρευνα αλλά και δηλώνουν τη συνάφεια της σύγχρονης Νομικής επιστήμης με τον αντίστοιχο λαϊκό νομικό πολιτισμό».

Το δεύτερο μελέτημα αναφέρεται στους εκκλησιαστικούς πλειστηριασμούς στην Κάρπαθο. Ο συγγραφέας αναλύει το έθιμο του «Ικάντο» που πραγματοποιείται στις 16 Αυγούστου στο χωριό Μενετές στην Κάρπαθο, ιδιαιτέρα πατρίδα του συγγραφέα. Η λέξη είναι ιταλική (incanto) και σημαίνει τον δημόσιο πλειστηριασμό και προέρχεται κατά την ετυμολογική εκδοχή από τη λατινική έκφραση in quantum (στα πόσα). Το έθιμο ανάγεται στα χρόνια της Βενετοκρατίας.

Ο Αλεξιάδης παρουσιάζει πλήρη κατάλογο των διαφόρων τόπων της χώρας μας που συναντούμε το έθιμο αυτό με διάφορους γλωσσικούς τύπους πάντα με τη βασική σημασία της δημοπρασίας τεκμηριώνοντας με τον τρόπο αυτό απόλυτα την πανελλήνια διάδοση του εκκλησιαστικού αυτού εθίμου που έχει ως βασικό σκοπό την ενίσχυση του εκκλησιαστικού ταμείου για να ανταποκριθεί σε διάφορες υποχρεώσεις του.

Το τρίτο μελέτημα του έχει τίτλο : «Do ut des» (σου δίνω για να μου δώσεις). Ο συγγραφέας αναφέρει ότι η αρχή του do ut des ανάγεται στην ιστορία προστασίας των συμβάσεων του Ρωμαϊκού Δικαίου και διαπιστώνεται και στο Σύγχρονο Ενοχικό Δίκαιο. Ο λαϊκός χριστιανός ακολουθεί πιστά την αρχή του ut des και ζητάει από τον Θεό και τους Αγίους να τον βοηθήσουν στα βιοτικά προβλήματά του και ως αντάλλαγμα προσφέρει τα καλύτερα προϊόντα της σοδειάς του αλλά και εκκλησιαστικά ή άλλα αντικείμενα μικρής ή μεγάλης αξίας. Όπως εύστοχα σημειώνει ο συγγραφέας: «η σχέση αυτή της προσφοράς και της αντίδοσης δείχνει καθαρά τη ρεαλιστική συναλλαγή που γίνεται με το θείο, το οποίο, ως χορηγός των αγαθών πρέπει να τύχει ανάλογης αμοιβής».

Ακολούθως ο καθηγητής Αλεξιάδης αναφέρει πάμπολλα μέρη τόσο της ελληνικής όσο και κυπριακής επικράτειας που συναντούμε το έθιμο αυτό και με τα παραδείγματα αυτά τεκμηριώνει την αντίληψη ότι το σχήμα «παροχή και αντίδοση» που διέπει τις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους ήδη διέπει και τις σχέσεις των ανθρώπων με το θείο. Ο άνθρωπος πιστεύει ότι εξασφαλίζει την ευμένεια και την προστασία της θεϊκής δύναμης, όταν ο ίδιος πρώτα της υποσχεθεί μια μορφή παροχής ή κάνει ένα είδος συναλλαγής μεταξύ τους.

Το δεύτερο μέρος του βιβλίου περιλαμβάνει την προσωπογραφία του Γεωργίου Μιχαηλίδη –Νουάρου (1909-2002), καθηγητού Αστικού Δικαίου της Νομικής Σχολής Αθηνών, ακαδημαϊκού και προέδρου της Ακαδημίας Αθηνών (1984), με μεγάλο και πρωτότυπο συγγραφικό έργο και αναγνώριση τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.

Ο συγγραφέας παραθέτει ένα σύντομο βιογραφικό του Μιχαηλίδη- Νουάρου και στη συνέχεια εστιάζει στο έργο του Μιχαηλίδη- Νουάρου που αναφέρεται σε θέματα λαϊκού και επίσημου δικαίου και της μεταξύ τους σχέσης. Εννέα δημοσιεύματα και άρθρα με σχετική θεματολογία του Μιχαηλίδη παρουσιάζει ο Αλεξιάδης και χαρακτηρίζει τον Μιχαηλίδη- Νουάρο «ως έγκριτο μελετητή της Λαογραφίας και της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας ο οποίος συνέβαλλε σημαντικά με τις αναλύσεις και τις ερμηνευτικές του προσεγγίσεις στην ανάδειξη περίπλοκων θεμάτων των δυο αυτών επιστημονικών κλάδων».

Ο Μιχαηλίδης –Νουάρος πιστεύει ότι: «οι παραδόσεις του λαού, τα έθιμα και η λαϊκή τέχνη διέπονται από συντηρητική διάθεση, είναι προσηλωμένα στο παρελθόν και εξελίσσονται βραδύτατα». Στη συνέχεια διερευνά ερωτήματα αν η νομολογία και η επιστήμη αποτελούν πηγή δικαίου, αν το «ζωντανό δίκαιο» ταυτίζεται με το «δίκαιο των νομικών» και αν ασκούν επίδραση οι πνευματικοί ηγέτες στη διαμόρφωση των γραπτών νομοθετημάτων.

Το βιβλίο ολοκληρώνεται με την προσωπογραφία του Ανδρέα Λεντάκη. Ο Ανδρέας Λεντάκης (1934-1997) εκτός από επιφανής πολιτικός υπήρξε φιλόλογος, ανθρωπολόγος, ιστορικός και λαογράφος. Ο Λεντάκης συνέγραψε 27 βιβλία και πολυάριθμα άρθρα και δημοσιεύματα και θεωρείται ευρυμαθής επιστήμων με ποιητική ευαισθησία. 

Ο Αλεξιάδης εστιάζει στο έργο του Λεντάκη που αναφέρεται στη Λαογραφία και την Κοινωνική Ανθρωπολογία. Ιδιαίτερη μνεία κάνει ο συγγραφέας στο έργο του Λεντάκη: «Ο έρωτας στην Αρχαία Ελλάδα», ένα τετράτομο έργο που εκδόθηκε μετά το θάνατο του Ανδρέα Λεντάκη και που ο Αλεξιάδης θεωρεί πως είναι το έργο της επιστημονικής ωριμότητας του Λεντάκη. Ο Αλεξιάδης κάνει αναφορές σε κάθε τόμο του έργου αυτού και αναλύει μερικά κεφάλαια.

Ολοκληρώνεται η παρουσίαση του έργου του Λεντάκη με αναφορές άρθρων που δημοσιεύτηκαν σε επιστημονικά περιοδικά και εισηγήσεις του σε συνέδρια και ο Αλεξιάδης με τον εύστοχο αυτό τρόπο καταδεικνύει την ευρυμάθεια και την αξιοθαύμαστη αρχαιογνωσία του Λεντάκη, που σήμερα είκοσι έτη μετά το θάνατό του, αποτελεί σημείο αναφοράς τόσο για την επιστημονική του προσφορά όσο και για την ανεξαρτησία της σκέψης του.