30 Οκτ 2015

Από τους ουρανούς και τη νύχτα στη μοναξιά της ποίησης


Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ, τεύχος 1888 στις 28-10-2015

Μια νέα ποιητική συλλογή έγινε η αφορμή να συνομιλήσουμε με τη Νίκη Παπαθεοχάρη για τις τέχνες, τα γλυπτά, τις λέξεις, τα κοχύλια, τα προσωπικά της «όπλα» απέναντι στη ζωή....

Το πλούσιο και ετερόκλητο βιογραφικό της θα μπορούσε να την οδηγήσει τελείως «αλλού»: σπουδές Γαλλικής Φιλολογίας στη Σορβόννη, διπλωματούχος ξεναγός, απόφοιτος της Casa d’ Italia, αθλήτρια στίβου, αεροσυνοδός στην Ολυμπιακή, χρόνια στα νυχτερινά μαγαζιά του συζύγου της, Γιάννη Παπαθεοχάρη. Κι όμως, η Νίκη Παπαθεοχάρη, περνώντας από όλα αυτά τα «σχολεία» και «πόστα», κατέληξε να ακολουθεί τον δικό της μίτο στην τέχνη, ως στιχουργός, ποιήτρια, γλύπτρια. 

Στις 2 Νοεμβρίου στο «Pantheon Theatre» (Πειραιώς 166, Γκάζι), στις 8 μ.μ., παρουσιάζεται η νέα της ποιητική συλλογή. Στο CD απαγγέλλει η ίδια τα ποιήματά της και ο Στέφανος Κορκολής τα συνοδεύει διακριτικά με τις μελωδίες του. Την εισαγωγή στη συνέντευξή μας με τη Νίκη Παπαθεοχάρη την έκανε ο ίδιος ο Κορκολής μ’ ένα σύντομο τηλεφώνημα, στο οποίο μας είπε: «Όταν συνομιλείς μαζί της και αρχίζει να εκφράζει τα συναισθήματά της είναι σαν να βλέπεις ταινία του Λουίς Μπουνιουέλ…».



Κυρία Παπαθεοχάρη, τι σας εμπνέει. Ο έρωτας, η μητρότητα, η φύση, μάλλον είναι υπαρξιακά τα ποιήματα της συλλογής αυτής.

Πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς; Έχει και πολλά βιώματα, αλλά ανακατεύονται πολλά στοιχεία: μια μητέρα που είναι μπροστά στον θάνατο του παιδιού της γιατί το χάνει από ναρκωτικά. Είναι η ασύνορη μοναξιά. Και ο έρωτας και η παιδικότητα και η προσδοκία. Ο θυμός για την αναξιοκρατία. 



Το βιογραφικό σας είναι πολύ πλούσιο και έχετε επιλέξει κατευθύνσεις διαφορετικές μεταξύ τους. Πώς όλα αυτά σας οδήγησαν στην τέχνη; Είναι απόσταγμα μιας εμπειρίας, φυσική κατάληξη ή ανάγκη;

Δεν νομίζω ότι πήρα ξαφνικά τον δρόμο της τέχνης. Έπρεπε να λύσω πολλά ζητήματα, ενώ η τέχνη παρέμενε με ένα παράπονο – έγραφα κάποιες λεξούλες σε μια άκρη. Υπάρχουν κάποια παράξενα πράγματα στη ζωή μου που δεν ανιχνεύονται εύκολα από κάποιον που δεν γνωρίζει. Η τέχνη υπήρχε μέσα μου απ’ όταν ήμουν μικρό παιδί. Δεν ήξερα όμως πού να την «πάω»… Μάζευα κοχύλια, πέτρες, λέξεις. Κάποια στιγμή είπα «τώρα μπορώ να κάνω κάτι για μένα». Μεγάλωσα μόνη τα παιδιά μου, εργαζόμενη σε πανεπιστήμια, στο British Council, στη Γαλλική Ακαδημία, στην Casa d’ Iτalia, σε αεροπλάνα νύχτες - μέρες και στις επιχειρήσεις του Παπαθεοχάρη – πρωτοστάτης στο αισθητικό κομμάτι… Όλα αυτά μαζί είναι «κάτι» που ή σε τρομάζει ή το «μαζεύεις», το κοιτάζεις και το αγαπάς… Έμαθα να κάνω το δεύτερο. Έφτασε ο καιρός που τα παιδιά μου μεγάλωσαν και κατάλαβα ότι μπορώ να έχω διεξόδους. 



Έχετε με έναν τρόπο «κυκλώσει» τις τέχνες: γράφετε στίχους, ποιήματα, κάνετε γλυπτά. Πού συναντώνται όλα αυτά;

Έψαξα μέσα μου να βρω τα «όπλα» μου και βρήκα ότι οι πέτρες και τα βότσαλα είναι ένα από αυτά. Το συναίσθημα, το βίωμα, ο λόγος είναι ένα άλλο. Η ποίηση «τρέχει» μέσα μας σαν ένα υλικό που δεν έχει νόμους. Θέλει τρόπο να καταφέρεις να το «ακουμπήσεις» σε ένα κομμάτι χαρτί. Ακόμα και χωρίς συντακτική ρίμα, είναι αποδεκτός. Επομένως, μπορούσα να γράψω ό,τι θέλω. Κι έτσι, δεν το φοβήθηκα. Είπα «θα βγάλω τις σκέψεις μου». Είναι μια απελευθερωτική διέξοδος.



Το ότι αποφασίσατε να γράψετε στίχους για τραγούδια («Αχ κινδυνεύω», «Απελπιστικά διαθέσιμη», «Λείπει πάλι ο θεός», «Μην ξαναρθείς» κ.ά.) – που είναι και η πιο μαζική μορφή τέχνης – ήταν ίσως η κατάληξη μιας πιο εσωτερικής και εσωστρεφούς διαδρομής;

Αισθάνομαι πολύ τυχερή που μπορώ και επικοινωνώ με κάποιους ανθρώπους σε όσες εκθέσεις έχω κάνει με τις σκηνικές δραστικές δημιουργίες. Είναι γηγενές, παράξενο, κι όμως καταφέρνω με πολλούς να επικοινωνώ. Μπορώ να επικοινωνήσω με ανθρώπους που διαβάζουν ποίηση – μια άλλη χαρά… Αποφάσισα, λοιπόν, ότι θέλω να «συγκατοικήσω» με όλους τους ανθρώπους. Μ’ εκείνους που δεν διαβάζουν ποίηση, μ’ εκείνους που δεν θα πάνε στις γκαλερί να δούνε έργα μου. Αυτό που μπορούσα να κάνω για έναν βοσκό, για έναν γεωργό, για ένα μεμονωμένο άτομο που αποζητά μια συντροφιά, έναν κοινό τόπο άλλου είδους, ήταν να γράψω ένα τραγούδι. Θέλω αυτόν που ακούει τον στίχο μου να μην τον φέρνω σε τόπο δημαγωγικό. Να νιώθει ότι καλλιεργείται η ψυχή και το συναίσθημα.



Είναι αλήθεια ότι δεν πουλάτε τα γλυπτά σας;

Πρώτος γλύπτης είναι το κύμα, ο χρόνος, η θάλασσα, που ξέρει και μπαίνει μέσα απ’ τις ρωγμές της πέτρας και κάνει τη δική της αρχιτεκτονική. Εγώ παίρνω πρωτογενώς αυτό το υλικό, που πρέπει να είναι «παράδοξο», κάτι να μου «πει» για να το βγάλω από τον βυθό. Οπωσδήποτε επεμβαίνω συνθετικά και στο τέλος ζωγραφικά. Η κάθε σύνθεση, σκηνική δημιουργία είναι μοναδική στον κόσμο. Ποτέ η φύση δεν κάνει ίδιο ακόμα και το πιο μικρό χαλικάκι. Σκέφτηκα ότι δεν μπορώ να ξαναφτιάξω «Μια Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων». Ούτε έναν «Προμηθέα Δεσμώτη». Ίσως ούτε και μία «Σταχτοπούτα». Πολλά από αυτά τα θεωρώ εκπαιδευτικά (σ.σ.: τα γλυπτά της έχουν στην καρδιά τους μύθους, αλλά και μεγάλους συγγραφείς). Θέλησα λοιπόν να προσφέρω στα παιδιά ένα μικρό μονοπάτι σκέψης, ότι π.χ. αυτός είναι ο Προμηθέας Δεσμώτης, ο ακρογωνιαίος λίθος της περιφρόνησης της εξουσίας. Έδωσα μια κατεύθυνση με λόγο. Τη μετέφρασα σε γαλλικά και αγγλικά. Και είπα κάποια από αυτά τα έργα δεν θα μπορέσω να τα πουλήσω γιατί θα ήθελα να βρούνε μια στέγη – ελπίζω να τον έχουμε σύντομα στην παραλία – για να μείνουν μέσα εκτεθειμένα. Και κάποια πιο μικρά στη διάρκεια ας πωλούνται. 

Αντιστοιχισμένο περιεχόμενο

Η Ενημέρωση στην Ελλάδα και τoν Κόσμο