Τα όσα διαδραματίζονται τις τελευταίες ημέρες μεταξύ του αναπληρωτή υπουργού Πολιτισμού, Νίκου Ξυδάκη και του τέως (εδώ και λίγα 24ωρα) καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, Σωτήρη Χατζάκη, αν έπρεπε ...σχολιαστούν σε ένα «ελαφρύ» έντυπο θα λέγαμε ότι πρόκειται για ένα κανονικό «ξεκατίνιασμα». Δυστυχώς, όμως, πρόκειται για κάτι πολύ χειρότερο και οπωσδήποτε για κάτι πολύ πιο επικίνδυνο.
Αν ένας καλλιτεχνικός διευθυντής καλείται από τον νέο πολιτικό προϊστάμενο να εγκαταλείψει τη θέση του, τότε τι κάνει; Στην περίπτωση που αυτό συμβαίνει πριν την κανονική, την νομότυπη λήξη της θητείας του, διατυπώνει τις ενστάσεις του, τις νομικές και γιατί όχι και τις πολιτικές, γνωστοποιεί τον προγραμματισμό δραστηριοτήτων που ενδεχομένως καλείται να αφήσει στη μέση και αποχωρεί διατηρώντας πάντα το δικαίωμα να ασκήσει όλα τα νομικά του δικαιώματα. Στην περίπτωση του Σωτήρη Χατζάκη, του ζητήθηκε να αποχωρήσει ένα χρόνο πριν λήξει η τριετής θητείας του. Ωστόσο ήταν ένας διευθυντής τοποθετημένος από κάποιον υπουργό (στην προκειμένη περίπτωση τον Κ. Τζαβάρα), όπως θα είναι και ο επόμενος που θα τοποθετηθεί. Με άλλα λόγια, γνωρίζει πως παίζεται αυτό το «παιχνίδι».
Τι δεν κάνει; Δεν αγκιστρώνεται από τη θέση που έχει, όταν επανειλημμένως του λένε ότι δεν τον θέλουν. Αποχωρεί με αξιοπρέπεια… Την αξιοπρέπεια που ταιριάζει σε έναν άνθρωπο που ασκεί την τέχνη.
Αν ένας υπουργός, ζητάει την αποχώρηση του επικεφαλής ενός εποπτευόμενου φορέα και ο δεύτερος αρνείται επειδή νομικά και καταστατικά η θητεία του δεν έχει λήξει τότε τι κάνει ο υπουργός; Αναζητάει όλους εκείνους τους τρόπους, πολιτικούς και διαπροσωπικούς ώστε η εμπλοκή να λήξει με έναν …. «έντιμο συμβιβασμό». Αλλωστε, η κυβέρνηση δοκιμάζει τις δυνατότητές της σε τέτοιου τύπου συμβιβασμούς εντός και εκτός συνόρων.
Τι δεν κάνει; Δεν κάνει επίδειξη δύναμης και εξουσίας, δεν ωθεί τα πράγματα στα άκρα, έστω και αν ο απέναντι προσπαθεί να ακουμπήσει αυτά τα άκρα. Διότι αν ο υπουργός επιδείξει δύναμη και εξουσία αυτό δεν αφορά μόνο στη θητεία του, τη δική του και της κυβέρνησης που εκπροσωπεί. Εγκαθιδρύει μια «νέα» σχέση μεταξύ των πολιτικών προϊστάμενων, δηλαδή των υπουργών, με τον καλλιτεχνικό κόσμο. Σχέση αυτοκράτορα και ακόλουθου. Σχέση αφεντικού και διορισμένου υπηρέτη. Διότι τι άλλο μπορεί να προμηνύει η αναφορά, στο ΦΕΚ της παύσης του Σωτήρη Χατζάκη, της ανάγκης να υπάρχει ««αρμονία και πνεύμα συνεργασίας μεταξύ υπουργείου και καλλιτεχνικής διεύθυνσης»; Μήπως θα πρέπει οι καλλιτεχνικές διευθυντές να υποβάλλουν τα καλλιτεχνικά τους προγράμματα στο υπουργό, στον κάθε υπουργό προς έγκριση; Τι άλλο μπορεί να σημαίνει η τροπολογία στο νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας, σύμφωνα με την οποία «λήγει η θητεία των επικεφαλής των εποπτευόμενων οργανισμών του Υπουργείου Πολιτισμού και Παιδείας», αν όχι ένα εργαλείο αυθαιρεσίας στα χέρια του κάθε υπουργού και όχι μόνο του νυν; Μπορεί ο νυν αν. υπουργός να έχει πολύ μεγάλη εμπιστοσύνη στον εαυτό του και περγαμηνές γνώσης του αντικειμένου του Πολιτισμού, αλλά μπορεί κάποιος να πει το ίδιο για τους προηγούμενους ή τους επόμενους; Ωστόσο, ο Νίκος Ξυδάκης δεν περίμενε καν την ψήφιση του νομοσχεδίου, άρα και της τροπολογίας.
Αλλά αυτό καθόλου δεν είναι «πρώτη φορά αριστερό». Είναι άλλη μια φορά μια από τα ίδια που ξέραμε στην προ «αριστεράς» εποχή και μάλιστα αυτή τη φορά με τρόπο θορυβώδη και αλαζονικό και με όρους τύπου «φύγε ‘συ, έλα ‘συ».