Του ΒΑΣΙΛΗ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑ
Η κρίση δεν έχει μόνον τις αρνητικές της συνέπειες. Αποτελεί την κορύφωση, το μέγιστο σημείο τού κύματος που μας έβρεξε νοσταλγία και ορισμένοι από εμάς δεν θαφτήκαμε κάτω από αυτή. ...
(φωτογραφία :Αθήνα, 1934. Ο ποιητής Κορσάνοφ, η σύζυγος του Ερενμπουργκ, άγνωστος, ο Ηλίας Ερενμπουργκ και ο Λουκάς Καστανάκης)
Η επιστροφή στο παρελθόν τής νεοελληνικής λογοτεχνίας φαίνεται ότι εμπεριέχει μία τάση φυγής από την Ελλάδα τού σήμερα, έτσι όπως την καταντήσαμε ή την κατάντησαν.
Την ίδια στιγμή, λειτουργεί με τον εσωτερικό μηχανισμό της αυτογνωσίας, ο οποίος παίζει με τον επαναπροσδιορισμό της ταυτότητάς μας. Με μία διευκρίνιση: ότι τα παλαιά κείμενα, όταν γράφονταν, δεν τα υπέγραφαν νεκροί άνθρωποι.
Οι περισσότεροι από αυτές και από αυτούς, όπως ο Λουκάς Καστανάκης (1890-1956), μεγαλύτερος αδελφός του προβεβλημένου Θράσου Καστανάκη, Ελληνας της Κωνσταντινούπολης, έζησε ως εξόριστος στη μητριά -όπως αποδείχθηκε- πατρίδα. Είκοσι πέντε χρόνια στην Αθήνα, όχι σε αδιατάρακτη ειρήνη, αφού τέσσερα από αυτά τα πέρασε σε διάφορα ιδεολογικά πλυντήρια-«τουριστικά» νησιά.
Ο συγγραφέας Γιώργος Καραντώνης, βαφτισιμιός του Λουκά Καστανάκη και κληρονόμος των πνευματικών δικαιωμάτων τού συγγραφέα, ανέσυρε έντεκα διηγήματα τα οποία αποτελούν την Οδύσσεια ενός Ελληνα της Διασποράς: «Παιδιά καλών οικογενειών» (πρόλογος-επιμέλεια Γιώργος Καραντώνης, εκδόσεις Αίολος, σελίδες 356, τιμή: 17 ευρώ). Γράφτηκαν κατά το διάστημα 1942-1956, ενώ το τελευταίο της συλλογής «Θάλαμος αριθμός 410» έμεινε ανολοκλήρωτο, αφού το συνέλαβε όταν νοσηλευόταν τη χρονιά του θανάτου, στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός».
Αγιος Ευστράτιος, 1951. Από αριστερά: Γιώργος Γιολδάσης, Στέφανος Σαράφης, Λουκάς Καστανάκης, με δύο συνεξόριστους
Ο Λουκάς Καστανάκης, αφού τελείωσε το «Ζωγράφειο», βρέθηκε από το 1909 έως το 1920 στον Καύκασο, όπου εργάστηκε ως γενικός διευθυντής του εργοστασίου πετρελαίων και της εταιρείας μαγγανίου στην εταιρεία των αδελφών Αρβανιτίδη. Στον Καύκασο ο Λουκάς Καστανάκης συνάντησε και γνωρίστηκε με τον Νίκο Καζαντζάκη και υπήρξε ο δάσκαλός του στη ρωσική γλώσσα.
Εργατικός και ανήσυχος, τριαντάχρονος πια, ταξιδεύει με κατεύθυνση τη δυτική Ευρώπη, σε Βερολίνο και Παρίσι. Στην Πόλη του Φωτός θα σπουδάσει πολιτικές επιστήμες και θα μπει κάτω από τις φτερούγες του Ψυχάρη. Βουτηγμένος ώς το κόκαλο στην πολιτική, συντονίστηκε με τις παρεμβάσεις των διανοουμένων στους υπό διαμόρφωση νέους καιρούς, ιδρύοντας -με την παρουσία του Ελευθερίου Βενιζέλου!- το «Διεθνές Βήμα των Φοιτητών».
Η περίπτωσή του είναι ξεχωριστή και δεν έχει τονισθεί όσο θα έπρεπε από την «καθεστηκυία» γραμματολογία. Με την άφιξή του στην ελλαδική πρωτεύουσα εργάστηκε στις εφημερίδες «Πολιτεία» και «Ανεξάρτητος» και στον εκδοτικό οίκο Δημητράκου. Η καλή γνώση των ρωσικών τού έδωσε μια θέση στη σοβιετική εμπορική αντιπροσωπεία, με αντικείμενο την εξαγωγή των ελληνικών καπνών.
Στην Κηφισιά, λίγο πριν από τον Πόλεμο του '40: Λουκάς Καστανάκης και Νίκος Καββαδίας
Συντάχθηκε με τους Ελληνες διανοούμενους που υπέγραψαν το αντιπολεμικό μανιφέστο και τη διαμαρτυρία για την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία. Στην Κατοχή πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση και μετά τον πόλεμο εργάστηκε στην «Ελεύθερη Ελλάδα» και στον «Ριζοσπάστη».
Οι διώξεις και οι εξορίες άρχισαν από το 1936 επί Κονδύλη, οπότε «ξεκουράστηκε» για περίπου δύο μήνες στη Φολέγανδρο. Η ελληνική πολιτεία για την προσφορά του στον αντιστασιακό αγώνα τον «ξεκούρασε» εκ νέου σε Ικαρία, Μακρόνησο και Αϊ-Στράτη (1947-1951). Μετά την απευλευθέρωσή του, εργάστηκε ως δημοσιογράφος και μεταφραστής στο «Βήμα», στα «Νέα», στον «Ταχυδρόμο» και στην «Ακρόπολη».
Μετάφρασε μείζονα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας: Τσβάιχ, Τσέχοφ, Κριλόφ, Πούσκιν, Μπελίνσκι, Λέρμοντοφ, Μπούνιν, Ερεμπουργκ. Ομως, με τον Λουκά Καστανάκη δεν ξεμπερδέψαμε. Θα επανέλθουμε.
πηγη
πηγη