Η τελευταία παράσταση της «Κανιγκούντα», ήταν το «Μπερλίν Αλεξάντερπλατς», το καλοκαίρι στο Φεστιβάλ Αθηνών
Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ
Η οικονομική κρίση εν γένει αλλά και η ...εχθρική στάση του υπουργείου Πολιτισμού για τις θεατρικές ομάδες, με ό,τι δυσοίωνο προμηνύουν από κοινού για το μέλλον, είναι η αιτία για τους τίτλους τέλους που πέφτουν, ύστερα από 9 χρόνια σημαντικής καλλιτεχνικής δράσης, σε μια από τις πιο δραστήριες και παρεμβατικές ομάδες θεάτρου που αναδείχθηκαν στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια: την ομάδα Κανιγκούντα.
Με επιστολή που κοινοποίησε την Παρασκευή και ανακοινώνει τη διακοπή της λειτουργίας της, η ομάδα υπογραμμίζει ότι δικαιώνει το όνομά τους στην πράξη, αφού Κανιγκούντα στην «Εβδομη Σφραγίδα» του Μπέργκμαν είναι το όνομα «ριψοκίνδυνης και διαρκώς διαθέσιμης ερωμένης. Ποτέ όνομα συζύγου».
«Η απόφασή μας έχει να κάνει κυρίως με το οικονομικό», παραδέχεται η ψυχή των «Κανιγκούντα», ο Γιάννης Λεοντάρης, που προβάλλει ως σοβαρή αιτία των εξελίξεων την πρόθεση του υπουργείου Πολιτισμού «να ακυρωθούν εντελώς οι θεατρικές ομάδες και να περάσουν οι παραγωγές σε 4-5 πολύ ισχυρές εταιρείες παραγωγής ή φορείς. Το πόσο πιέζονται πλέον οι ομάδες είναι γνωστό», προσθέτει ο γνωστός σκηνοθέτης.
Δυστυχώς, η ομάδα «Κανιγκούντα» μάς αποχαιρετά ενώ βρισκόταν στην καλύτερη στιγμή της. Από το 2005 έως και το 2013 παρουσίασε δέκα θεατρικές παραγωγές, τις περισσότερες τα τελευταία τρία χρόνια. Είχε ταξιδέψει στο εξωτερικό και είχε συνεργαστεί με μεγάλους οργανισμούς. «Παρ' όλα αυτά βάζαμε χρήματα από την τσέπη μας, κάτι που δεν ήταν δυνατό να συνεχιστεί επ' αόριστον. Ψάχνουμε τρόπους επιβίωσης γιατί μέσα από την ομάδα δεν υπήρχαν. Επειτα, απαιτείται μια αφοσίωση, γεγονός που καθιστούσε δύσκολο το να γίνονται πολλές δουλειές παράλληλα. Ειδικά για μια ομάδα σαν την "Κανιγκούντα" που πήγαινε καλά, το ασφυκτικό οικονομικό πλαίσιο ήταν σαν τιμωρία: παρότι πας πολύ καλά, θα τιμωρηθείς αφού δεν μπορείς να ζήσεις».
Υπάρχει και κάτι ακόμα για το ξαφνικό τέλος. «Η ταλαιπωρία φέρνει και μια κόπωση στους ανθρώπους και στα πράγματα. Δεν αισθανόμασταν ότι έχει ένα νόημα να συνεχίσουμε τον ίδιο κύκλο. Πρέπει να αναζητήσουμε άλλους τρόπους», συνοψίζει ο Γ. Λεοντάρης. Τα μέλη της ομάδας θα συνεχίσουν καθένας μοναχικά και μέσα από άλλα σχήματα. «Τα πάντα δοκιμάζονται και μέσα στο χρόνο», συνεχίζει ο σκηνοθέτης, χωρίς να αποκλείει το ενδεχόμενο η ομάδα να «δραστηριοποιηθεί ξανά στο μέλλον».
Η «Κανιγκούντα», παραστάσεις της οποίας είδαν στην Ελλάδα και στο εξωτερικό περισσότεροι από δέκα χιλιάδες θεατές, δεν περιορίστηκε σε ένα ύφος ή μια δραματουργία και εστίασε στην έρευνα, με σπουδαίους καρπούς. Παρουσίασε κλασικούς και σύγχρονους συγγραφείς αλλά και πρωτότυπες συνθέσεις της. Θεατρικά έργα των Χόφμανσταλ, Βιριπάεφ, Καπετανάκη, Σέξπιρ, Πομερά και το ποιμενικό ειδύλλιο αγνώστου ποιητή του 16ου αιώνα «Βοσκοπούλα». Δύο από αυτά, η «Γένεσις 2» του Ιβάν Βιριπάεφ και οι «Κύκλοι-Ιστορίες» του Ζοέλ Πομερά, ήταν πανελλαδικές πρεμιέρες. Παρουσίασε επίσης μία performance βασισμένη στις «Ευτυχισμένες Μέρες» του Μπέκετ. Τομή για την ομάδα αποτέλεσαν και τα δυο πρωτότυπα θεατρικά κείμενά της, το «Πόλη-κράτος» και ο «Μεσοπόλεμος», συνθέσεις πρωτότυπης γραφής και δραματουργικής επεξεργασίας λογοτεχνικών κειμένων και ντοκουμέντων. Μια σημαντική στιγμή για την ομάδα ήταν και το κύκνειο άσμα της στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, η θεατρική διασκευή από τη Μαρία Μαγκανάρη του εμβληματικού μυθιστορήματος του Αλφρεντ Ντέμπλιν «Μπερλίν Αλεξάντερπλατς».
Ο Γιάννης Λεοντάρης
|
Η «Κανιγκούντα», η οποία υπήρξε από τις ελάχιστες ομάδες που ανέλαβαν πολιτικές πρωτοβουλίες και διατύπωσαν δημόσιο λόγο για την υπεράσπιση της δημοκρατίας, υπήρξε «τόπος συνάντησης και δημιουργίας», όπως σημειώνεται στην αποχαιρετιστήρια επιστολή, για σκηνοθέτες (Γιάννης Λεοντάρης, Μαρία Μαγκανάρη, Κορίνα Βασιλειάδου), ηθοποιούς (Μαρία Κεχαγιόγλου, Μαρία Μαγκανάρη, Ρεβέκκα Τσιλιγκαρίδου, Γιώργος Φριντζήλας, Ανθή Ευστρατιάδου, Ευθύμης Θέου, Μαριάννα Τζανή), σκηνογράφους (Θάλεια Ιστικοπούλου, Γεωργία Μπούρδα) και τη φωτίστρια Μαρία Γοζαδίνου.
«Οι καιροί είναι σκοτεινοί αλλά αυτό θ' αλλάξει. Ετσι γινόταν πάντα», καταλήγει στην επιστολή ο Γ. Λεοντάρης, ξαναδιαβάζοντάς μας στίχους από την Οκτάνα: «Οκτάνα θα πει (χωρίς να περιφρονούμε του γήρατος την σοφίαν), θα πει, πάση θυσία διατήρηση της παιδικής ψυχής εις όλα τα στάδια της ωριμότητος, εις όλας τας εποχάς του βίου, διότι άνευ αυτής και η πιο χρυσή νεότης γρήγορα στάχτη γίνεται και χάνεται και φεύγει και μένει στη θέση της η θλίψις, η άνευ ελπίδων μεταμέλεια και η στυγνή ρυτίς».