Χρόνια τώρα μιλάμε για τη σπουδαιότητα, τη δυναμική, την πολυσημία του πολιτισμού, καινοτόμους τρόπους χρηματοδότησης και διαχείρισης πολιτιστικών τεκμηρίων. Ωστόσο, πίσω απ’ όλα αυτά, εμφανής είναι η αμηχανία όταν η υπόθεση φτάνει στο... διά ταύτα. Δηλαδή, στη χάραξη μιας συγκροτημένης ευρωπαϊκής πολιτιστικής πολιτικής.
Αυτό διαπιστώθηκε και στη διάρκεια του συνεδρίου «Η πολιτιστική κληρονομιά στο προσκήνιο! Προς μια Κοινή Προσέγγιση για μια Βιώσιμη Ευρώπη» που διοργανώθηκε από το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού στο πλαίσιο της Ελληνικής Προεδρίας, με ομιλητές διαπρεπείς Ελληνες και ξένους επιστήμονες. Στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο όπου πραγματοποιήθηκε, ακούστηκαν ενδιαφέρουσες ιδέες που μπορούν να προκαλέσουν γόνιμες συνεργασίες, αλλά όλα αυτά σε επίπεδο εξαγγελιών (κάποια τα είχαμε ξανακούσει). Τι είναι εκείνο, λοιπόν, που λειτουργεί ως τροχοπέδη στη χάραξη μιας αποδοτικής πολιτιστικής πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο;
Μένουν στα λόγια
«Οι ηγέτες των εθνικών κυβερνήσεων δεν καταλαβαίνουν πραγματικά την αξία του πολιτισμού» είπε, μεταξύ άλλων, η Κλαούντια Λουτσιάνι από το Συμβούλιο της Ευρώπης. Ομως και η Ανδρούλλα Βασιλείου, επίτροπος Εκπαίδευσης, Πολιτισμού και Νεολαίας στην Ε.Ε., περιέγραψε τη σύγχυση μεταξύ της τρόικας, των δανειστών δηλαδή και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. «Στις συναντήσεις κανείς δεν αρνείται ότι πρέπει να ενισχυθεί οικονομικά ο πολιτισμός. Πρότεινα και όλοι δέχτηκαν αύξηση κατά 37%. Τελικά η αύξηση περιορίστηκε στο 9%», είπε χαρακτηριστικά.
Για αρκετούς στη Γηραιά Ηπειρο, ειδικά στις χώρες όπου φωλιάζει η κρίση όπως η Ελλάδα, ο πολιτισμός φαντάζει πολυτέλεια σε ένα αβέβαιο περιβάλλον. Θέση κοντόφθαλμης πολιτικής που δεν μπορεί να δει πέρα από τα στενά όρια, αντιλαμβανόμενη την αναπτυξιακή προοπτική του πολιτισμού. Είναι βέβαιο ότι μπορεί να λειτουργήσει ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στους πολίτες, τις ιδέες και τις αξίες που συχνά αποτέλεσαν και τα «δομικά στοιχεία» υλικών και άυλων πολιτιστικών αγαθών. Αυτόν τον προσανατολισμό κατέδειξε ο αν. καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και επιστημονικός σύμβουλος του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς Κωνσταντίνος Καρτάλης παροτρύνοντας τους αρμοδίους να εντοπίσουν τα «όπλα» που πρέπει να δοθούν στη νέα γενιά, μέσα από την ενίσχυση της εκπαίδευσης και τη διασύνδεσή της με τον πολιτισμό και το περιβάλλον.
Η πολιτιστική κληρονομιά είναι ένα ανεκτίμητο περιουσιακό στοιχείο, ένα εργαλείο που προσφέρει τεράστιες οικονομικές δυνατότητες. «Πιο σημαντικό κι από το πετρέλαιο», σχολίασε η Σνέσκα Μιχαΐλοβιτς, γ.γ. της Europa Nostra για να συμπληρώσει ορθώς η Κριστίνα Κουτιέρες - Κορτίνες, μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ότι «σε πολιτικό επίπεδο ο πολιτισμός δεν αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα», προτρέποντας τους συμμετέχοντες να ασκήσουν πίεση παντού.
Για τη χώρα μας σημαίνει πολλά. Το απέδειξε και το εύγλωττο παράδειγμα της γ.γ. του ΥΠΟΟΑ, Λίνας Μενδώνη. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της MacKinsey στην Ελλάδα τα έσοδα από τα εισιτήρια αρχαιολογικών χώρων και μουσείων αποτελούν το 86% των συνολικών εσόδων, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι μόνον 30%. Ως τέταρτος πυλώνας της βιώσιμης ανάπτυξης, ο πολιτισμός συνεισφέρει καταλυτικά όχι μόνον στη βελτίωση της ποιότητας ζωής, αλλά και στην εμπέδωση ενός ευρύτερου αναπτυξιακού κλίματος. Τα στατιστικά στοιχεία του 2010 δείχνουν πως συνέβαλε σε ποσοστό 4,5% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ. «Δηλαδή, περισσότερο, και από την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία, ενώ παρουσιάζει αύξηση σε ετήσια βάση κατά 12% μεγαλύτερο από όλους τους άλλους τομείς της οικονομίας».
Αρκεί να υπολογίσει κανείς ότι στα έργα του ΕΣΠΑ που υλοποιούνται με αυτεπιστασία από τις υπηρεσίες του υπουργείου, απασχολούνται περίπου 4.000 άτομα από 2 έως 4 χρόνια. Αν μάλιστα προσθέσουμε κι εκείνα που απασχολούν οι ανάδοχοι και όσα έργα εκτελούνται με εργολαβία, τότε «προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι το ΥΠΠΟΑ αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους εργοδότες».
Η απάντηση λοιπόν δεν μπορεί παρά να είναι θετική. Ναι, ο πολιτισμός ακόμη και εν μέσω κρίσης μπορεί να συμβάλει ποικιλοτρόπως, προσδίδοντας στην οικονομία θετικό πρόσημο. Το 2013 σημειώθηκε ρεκόρ στις αυξήσεις αφίξεων και διανυκτερεύσεων τουριστών. Ανοδο είχαμε και κατά 17,5% στην επισκεψιμότητα μνημείων και μουσείων. Καμία αμηχανία λοιπόν δεν δικαιολογείται. Και η Ελλάδα πρωτοστατώντας μπορεί να δείξει τον δρόμο. Oπως είπε ο αρμόδιος υπουργός Πάνος Παναγιωτόπουλος «μόνον ο λαός που αισθάνεται αρκετά ασφαλής με την πολιτιστική του κληρονομιά είναι ικανός να σέβεται και την αντίστοιχη κληρονομιά των άλλων λαών».