12 Ιαν 2014

Μάκβεθ: ένα ταξίδι στους φόβους όλων μας

Ο Ιταλοαμερικανός σκηνοθέτης Λορέντσο Μαριάνι μιλάει για την παράσταση και τη συνεργασία του με τη Λυρική Σκηνή

Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΣΙΑΦΚΟΥ

Η Ακρόπολη, το Μουσείο της και το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο είναι...
οι χώροι στους οποίους περνά τον ελεύθερο χρόνο του ο Λορέντσο Μαριάνι. Και στο Μέγαρο Μουσικής, βέβαια, όπου εργάζεται ο Ιταλοαμερικανός σκηνοθέτης του «Μάκβεθ» που ανεβάζει η Λυρική Σκηνή.

Με την πασίγνωστη όπερα του Βέρντι, τη βασισμένη στην ομότιτλη σεξπιρική τραγωδία, θα κάνει την πρεμιέρα της στις 17 τρέχοντος η Λυρική για το νέο έτος, δίνοντάς τα όλα. Τόσο ο σκηνοθέτης όσο και οι ερμηνευτές (Θεοδοσίου, Τηλιακός, Πλατανιάς, Χριστογιαννόπουλος) είναι διεθνούς επιπέδου. Το μπαλέτο σε πλήρη σύνθεση χορογραφεί ο Ρενάτο Τζανέλα, ενώ τη μουσική διεύθυνση θα έχει ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Μύρων Μιχαηλίδης.

Γεννημένος στη Νέα Υόρκη, ο Μαριάνι, σπούδασε Ιστορία και Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και Ιταλική Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας. Εχει σκηνοθετήσει πολυάριθμες σπουδαίες παραγωγές όπερας σε σημαντικά θέατρα και φεστιβάλ παγκοσμίως. Παρά ταύτα το είδος δεν ήταν στα σχέδιά του, ασχέτως αν μεγάλωσε σε περιβάλλον που το καλλιεργούσε.

Με καταγωγή από ένα χωριουδάκι κοντά στη Λα Σπέτσια, ο πατέρας του στα 16 του χρόνια έφυγε μετανάστης στην Αμερική. Επέστρεψε στον γενέθλιο τόπο μόνο και μόνο για να παντρευτεί και να γυρίσει ξανά στη Νέα Υόρκη.

«Οι γονείς μου έκαναν τέσσερα παιδιά γεννημένα όλα στη Νέα Υόρκη. Οι Ιταλοαμερικανοί της ηλικίας μου δεν μιλούν ιταλικά. Είναι παιδιά, μεταναστών που έφτασαν στην Αμερική πριν από ογδόντα χρόνια. Εγώ, αντιθέτως, μπορεί να γεννήθηκα στη Νέα Υόρκη, αλλά στο σπίτι κανείς δεν μιλούσε αγγλικά», λέει ο σκηνοθέτης.


- Και η μουσική πώς μπήκε στη ζωή σας;

«Ο πατέρας μου είχε ανοίξει ένα πασίγνωστο ιταλικό εστιατόριο, το "Αστι", όπου όλοι τραγουδούσαν όπερα. Βλέπετε, είχε πάει στην Αμερική με όνειρα τραγουδιστή, σπούδασε δίπλα στους σημαντικούς της εποχής αλλά τελικά δεν έκανε καριέρα. Στο εστιατόριο, πάντως, εκτός από το φαγητό σέρβιρε και όπερα, δίνοντας παράλληλα μαθήματα ερμηνείας. Εγώ, πάλι, ενώ έπαιζα πολύ καλά πιάνο δεν το αγαπούσα. Το "ανακάλυψα" όταν πήγα να σπουδάσω με υποτροφία στην Ιταλία».


- Στο φυσικό του χώρο;

«Ακριβώς! Μια Κυριακή είχα πάει στην Πάρμα για να δω τον "Ριγκολέτο". Το θέατρο ήταν πλήρες, δεν είχαν μείνει εισιτήρια, έτσι είπα ψέματα πως ήμουν Αμερικανός δημοσιογράφος με αποτέλεσμα να με βάλουν ως... διάσημο στο μόνο άδειο θεωρείο, το βασιλικό. Θυμάμαι ακόμα την ατμόσφαιρα έντασης και συγκέντρωσης που επικρατούσε. Και οι θεατές ασχέτως τάξης και επαγγέλματος ήσαν απολύτως ενήμεροι για το έργο του Βέρντι. Αίφνης ένιωσα να βιώνω μια έκρηξη ενέργειας. Ο χώρος γύρω μου έμοιαζε ηλεκτρισμένος. Εκείνη την ημέρα αναβαπτίστηκα στις ρίζες μου κι αποφάσισα να γίνω σκηνοθέτης όπερας».

Στη συνέχεια θα πει πως η καριέρα του ακολούθησε την πεπατημένη. Μια πεπατημένη, όμως, που είχε να κάνει με το να εργαστεί ως βοηθός δίπλα σε ιερά τέρατα. Μνημονεύει τον Τζεφιρέλι και τον Στρέλερ, αλλά στέκεται ιδιαίτερα στον Τζαν Κάρολο Μενότι που «ως συνθέτης έβλεπε τα πάντα από την πλευρά της μουσικής».

Ειδικά για τον Μάκβεθ συμπληρώνει ότι είναι από τις ειδικότερες τραγωδίες στο opus του Σέξπιρ, μισός σε διάρκεια από τον Αμλετ. Αίφνης θα χρησιμοποιήσει τις ελληνικές λέξεις «ψυχή» και «φόβος».

Θέτει ο ίδιος το ερώτημα: «Ποια είναι η λέξη που επαναλαμβάνεται πιο συχνά στον Μάκβεθ; Ο φόβος. Ομως όχι ο φόβος, π.χ., για τα ύψη ή τον εχθρό. Τουλάχιστον όχι τον ανθρώπινο εχθρό. Στον Μάκβεθ ο φόβος είναι ένας εχθρός τον οποίο δεν μπορούμε να νικήσουμε: το άγνωστο».


- Σε ποιο «άγνωστο» ακριβώς αναφέρεστε;

«Κυρίως σ' αυτό που υπάρχει μέσα μας. Ο Μάκβεθ αποτελεί ένα ταξίδι στους φόβους, στο σκοτάδι, στα απύθμενα βάθη της ψυχής μας. Δρα αποκλειστικά νύχτα, είναι συμπυκνωμένος, κινείται όπως μία σπείρα, αλλά μονάχα εσωτερικά. Αποτελεί τη συνάντηση με τις ασυνείδητες ορμές και τους πρωτόγονους παλμούς, με τις καθοδηγητικές δυνάμεις της ψυχής που μας εκσφενδονίζουν σε χώρους, τους οποίους απλώς δεν γνωρίζουμε. Στην τραγωδία δύο γενναίοι στρατιώτες, ο Μάκβεθ και ο Μπάνκο, συναντούν μια ομάδα από μάγισσες που προφητεύουν το συγκλονιστικό μέλλον τους».


- Ο Μπάνκο τις περιγελά...

«Ο Μάκβεθ, όμως, συνταράσσεται. Η ζωή του αλλάζει οριστικά. Τον καταλαμβάνει ο φόβος. Μία φιλόδοξη γυναίκα, η γυναίκα του, καταστρώνει σχέδια ώστε να πραγματοποιήσει τα πιο στυγερά εγκλήματα. Μοιάζει στερεά θωρακισμένη. Αντιθέτως, στο τέλος αυτοκαταστρέφεται. Οδηγείται στην αυτοκτονία».


- Δύο εν δυνάμει κακούργοι;

«Οχι, βέβαια. Απλώς, τους λείπει, όπως θα έλεγε ο Σωκράτης, το "γνώθι σ' αυτόν". Δεν γνωρίζουν τους εαυτούς τους. Κι όσο και αν μοιάζει περίεργο, τους μοιάζουμε. Αναγνωρίζουμε μέσα σ' αυτούς, τους εαυτούς μας, αφού μέσα μας υπάρχει ένα κομμάτι του Μάκβεθ και της Λαίδης. Είμαστε όλοι λεία των άγνωστων περιοχών της ψυχής μας, ικανοί να κάνουμε πράγματα που ποτέ δεν είχαμε ονειρευτεί, εξαρτημένοι από δυνάμεις που δεν γνωρίζουμε ή δεν καταλαβαίνουμε. Οπως αυτοί, έτσι κι εμείς δεν γνωρίζουμε τους εαυτούς μας. Και παρ' ότι κανένας μας -ας ελπίσουμε- δεν είναι πιθανός δολοφόνος, είμαστε σε μικρότερο βαθμό και κυρίως με λιγότερο βίαιο τρόπο ικανοί να γίνουμε θύματα του φόβου, ο οποίος καραδοκεί μέσα μας».


- Το καλλιτεχνικό επίπεδο της Λυρικής σάς κάλυψε;

«Εχω ήδη συνεργαστεί σε όπερες εκτός Ελλάδας με κάποιους από τους μονωδούς. Είναι σπουδαίοι. Στη χορωδία οι φωνές είναι όμορφες, από εκείνες που χαρακτηρίζω ως ορθόδοξες. Δεν ξέρω πώς να σας το εξηγήσω. Ο ήχος τους, ειδικά στις ανδρικές είναι πιο βαθύς. Κάνει θαύματα η χορωδία».


- Και η γνωριμία σας με την Ελλάδα;

«Γνωρίζω, όσο γίνεται, μόνο την Αθήνα. Και κάθε ελεύθερη μέρα ανεβαίνω στην Ακρόπολη. Εμπνέομαι από αυτόν τον υψηλό, υπό κάθε έννοια, τόπο. Μπορείς να δεις χίλια θαύματα στον κόσμο, αλλά η Ακρόπολη αποτελεί παράξενη σύμπτωση της σκέψης που την κυκλώνει, εκείνης που εκπροσωπεί και του ίδιου του φυσικού τοπίου. Η κλασική Ελλάδα αποτελεί σύνολο ιδανικών, σκέψεων, φιλοσοφιών, όλα πράγματα υψηλά. Ο χώρος που περιγράφει όλα αυτά είναι επίσης υψηλός. Ετσι ανεβαίνεις στην Ακρόπολη για να σταθείς υψηλότερα τόσο με το σώμα όσο και με το πνεύμα σου».

Αντιστοιχισμένο περιεχόμενο

Η Ενημέρωση στην Ελλάδα και τoν Κόσμο