9 Σεπ 2013

Ο ζόφος γέννησε τέχνη

Υπεύθυνος: ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΙΑΦΚΟΣ

Στη Μακρόνησο, ένα χώρο ιστορικής μνήμης, πέφτει η αυλαία της μουσικής παράστασης «Μίκης Θεοδωράκης. Ποιος τη ζωή μου...» με θέμα τη ζωή και το έργο του κορυφαίου Ελληνα δημιουργού, το ερχόμενο Σάββατο.

Πρόκειται για....
μια διαδρομή στην ιστορία της νεότερης Ελλάδας μέσα από τις μουσικές και τα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη, με 25 ηθοποιούς και χορευτές, 4 τραγουδιστές και 11 μουσικούς να μας ταξιδεύουν από «τη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού» μέχρι τη Μεταπολίτευση και τις μέρες μας.

Με αφορμή την παράσταση για τον Μίκη, και το αφιέρωμα του «7» στη Μακρόνησο και στους καλλιτέχνες και διανοούμενους, που ακόμη κι εκεί, σε συνθήκες κολαστηρίου, μπόρεσαν να δημιουργήσουν, με όποια μέσα διέθεταν. Πράγματι, ο Νίκος Κούνδουρος σκηνοθέτησε, ο Τάσος Ζωγράφος έκανε σκηνικά και κοστούμια, ο Ρίτσος έγραψε ποίηση, ο Μίκης δούλεψε την Πρώτη Συμφωνία του, ο Γιώργος Φαρσακίδης ζωγράφισε, ο Μπιθικώτσης έπαιξε μπουζούκι. Και δεν ήταν οι μόνοι. Ας περιπλανηθούμε όμως μαζί τους στο ζόφο που παρ' όλ' αυτά γέννησε τέχνη.


Γλίτωναν το ξύλο παίζοντας θέατρο


Ο Τάσος Ζωγράφος, άπειρος ακόμη σκηνογράφος, υπηρέτησε τη θητεία του στη Μακρόνησο. Στη βιογραφία του αναφέρθηκε εκτεταμένα στις καταστάσεις αλλά και στους ανθρώπους με τους οποίους έζησε. Στα παρακάτω αποσπάσματα η αναφορά είναι στο θέατρο της Μακρονήσου.


Στο θέατρο της Μακρονήσου οι εξόριστοι ανέβαζαν παραστάσεις...«Βρισκόμουν ήδη τέσσερις - πέντε μήνες στη Μακρόνησο, όταν ζητήσαμε αγγαρεία να χτίσουμε ένα ανοιχτό θέατρο. Παραστάσεις βέβαια γίνονταν και πριν πάω εγώ. Οι φύλακές μας ήθελαν το θέατρο για μόστρα, να λένε πως η Μακρόνησος ήταν στρατόπεδο ελεύθερων στρατιωτών. Εμείς, ξέροντας βέβαια ότι ρίχναμε νερό στο μύλο τους, ρίχναμε και στο δικό μας. Εκαναν εκείνοι τη φιγούρα τους, αλλά κάναμε κι εμείς τη δουλειά μας.

Μπήκα στη θεατρική ομάδα, της οποίας ηγείτο ο Νίκος Ευθυμίου, την άνοιξη του 1949. Ο Ευθυμίου μετέπειτα πέρασε από ακρόαση τον Θανάση Βέγγο και τον έκοψε.

»Στα υπ' όψιν, ότι μπαίνοντας στο θέατρο, βολευόσουν κάπως, λούφαρες σχετικά. Εγώ είχα υπάρξει βοηθός δύο σκηνογράφων και το μόνο που είχα μάθει επί της ουσίας ήταν να δίνω κάποιες λύσεις. Τα υλικά μου στη Μακρόνησο ήταν λίγα χρώματα, χαρτί και ξυλεία, που μας παραχωρούσαν, διότι όπως προείπα το θέατρο ήταν η μόστρα τους.


...όπως τον «Οιδίποδα τύραννο»Αποτελούσε την επαλήθευση της συντέλεσης του Νέου Παρθενώνος, όπως είχε χαρακτηρίσει το νησί ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Επιπλέον έγραφαν και οι εφημερίδες. Η "Μάχη" του Τσιριμώκου δημοσίευε και επώνυμα περιστατικά, τα οποία έπαιρναν οι ξένες εφημερίδες και μας έκαναν βούκινο.

»Εννοείται πως οι γυναικείοι ρόλοι παίζονταν από άντρες, εκτός από τις λίγες φορές που ο Ευθυμίου είχε φέρει τη γυναίκα του από την Αθήνα. Δεν ξέρω πώς τα είχε καταφέρει. Στον "Εμπορο της Βενετίας", που ανεβάσαμε το 1949, εκτός από σκηνογράφος-ενδυματολόγος, είχα παίξει και τη Νερίτσα, την υπηρέτρια της Πόρσια, την οποία έπαιξε ένας Λευκορώσος, ο Κουτοζόφ. Αυτός και λόγω καταγωγής είχε κάνει από νωρίς κράτηση για τη Μακρόνησο. Την κόρη του Εβραίου, την Τζέσικα, υποδύθηκε ο Μηλιαρέσης, ενώ ο Στέλιος Μήτρου υποδύθηκε εξαιρετικά τον Σάιλοκ. Το σκηνικό στον "Εμπορο" παρουσίαζε το Ριάλτο, μια μεγάλη καμάρα με φόντο ζωγραφιστή τη Βενετία. Εφτιαξα και μια γόνδολα, που περνούσε από τη μια μέχρι την άλλη άκρη του παρασκηνίου. Οι ρόδες της ήταν λίγο οβάλ, για να λικνίζεται και να δίνει την αίσθηση του κυματισμού του νερού.

»Πάντως δεν μας δούλευαν όταν παίζαμε γυναικείους ρόλους. Τα λόγια λέγαμε, δεν κάναμε τσαλίμια ώστε να φανούμε σαν αδελφές. Ο Μηλιαρέσης έκανε τις κωμικές. Πριν να ανακατευτώ εγώ, υποδύθηκε την Κάρμεν, την οποία ανέβασε ως παρωδία ο Βαγγέλης Βογαζιανός, δικηγόρος, που παράλληλα χόρευε, τραγουδούσε κι έπαιζε. Αντί για σκηνογραφημένη, η παράσταση ήταν σκινογραφημένη. Είχαν φτιάξει δηλαδή το σπίτι της Κάρμεν με πλεγμένα κλαδιά από σκίνα, αφήνοντας κι ένα παραθυράκι. Οπου στεκόταν σ' αυτό η Κάρμεν-Μηλιαρέσης και ο Αντόνιο-Βογαζιανός τραγουδούσε την άρια από κάτω.

»Υποτίθεται πως όλα αυτά φωτίζονταν από το φεγγάρι. Ο Γιώργος Βασιλόπουλος, ηλεκτρολόγος χωρίς ηλεκτρικό, είχε κάνει ένα κατασκεύασμα, δυο παλούκια δεξιά και αριστερά της σκηνής, που είχε ενώσει με ένα σύρμα, πάνω στο οποίο είχε δέσει ένα φανάρι με αναμμένο στουπί. Και όπως τράβαγε σιγά σιγά το φεγγάρι-φανάρι, αυτό κόλλησε σε μια καμπουρίτσα του σύρματος. Εβαλε δύναμη να το σύρει και το φεγγάρι έγινε πύραυλος.


Οι συνεξόριστοι Μενέλαος Λουντέμης, Δημήτρης Φωτιάδης, Γιάννης Ρίτσος, Μάνος Κατράκης»Στην ίδια παράσταση υπήρχε και η σκηνή της ταυρομαχίας, όπου ο Αντόνιο σκοτώνει τον ταύρο. Ως ταύρος λειτουργούσαν δύο φαντάροι κουκουλωμένοι με μια κουβέρτα, έχοντας μπροστά τους ένα κατασκεύασμα, τα κέρατα. Πεθαίνοντας ο ταύρος, άρχισε να παραπαίει, σήκωσε το πόδι του σαν σκύλος κι έκανε τσίσα του. Είχαν κρύψει ένα παγούρι κάτω από την κουβέρτα.

»Ο Βαγγέλης Βογαζιανός έκανε και τον κομφερασιέ, γιατί ανεβάζαμε και καμιά επιθεώρηση. Ελεγε πολύ ωραία ανέκδοτα με αποτέλεσμα να γελάμε όλοι, 500-600 άνθρωποι. Μια μέρα συνεννοηθήκαμε να μη γελάσει κανείς μας και να μη χειροκροτήσουμε το ανέκδοτο. Το λέει ο Βαγγέλης, μούγκα εμείς. Και ατάκα κάνει το σταυρό του και φωνάζει: "Ο Θεός να μας φυλάει, σε καλό να μας βγουν τόσα γέλια απόψε".

Επιστολικά δελτάρια από την εξορία του Ρίτσου προς την Καίτη Δρόσου»Εκεί υλοποίησα μια ιδέα μου, τη θεατροποίηση ενός ποιήματος, του "Τραλαρό" του Μαλακάση και την ένταξή του στο γενικότερο πλαίσιο μιας επιθεώρησης. Κάθε νούμερο είχε το σκηνικό του, που και αυτό είχε το χρώμα του. Κάποιο από αυτά ήταν το κόκκινο. Μου λένε: "Ζωγράφε, όχι κόκκινο, θα βγάλουμε και τη σημαία τώρα".

»Τι να έκανα, το γύρισα στο κίτρινο με μαύρες μούντζες. Βούταγα στο φούμο το χέρι μου και τύπωνα μούντζες.

»Στις παραστάσεις η μουσική ήταν ζωντανή. Κάποιος είχε μια κιθάρα, άλλος ένα ακορντεόν. Είχαμε και καταπληκτικούς μουσικούς, Π.χ. ο Παναγιώτης Ακράτος και ο Πάνος Τριανταφυλλίδης, ο πατέρας της Νίκης. Αυτός έκανε και τη μουσική στο "Τραλαρό", την οποία ήθελα αργότερα να ανεβάσω με την Κούλα Πράτσικα. Της ζήτησε ορχήστρα με 40 όργανα, κι αυτή του είπε πως δεν υπήρχε θέατρο στην Αθήνα που να χωράει τόσους μουσικούς. Ο Πάνος της απάντησε πως θα περίμενε μέχρι να φτιαχτεί. Ακόμα περιμένει. Στη Μακρόνησο είχε κάνει και μια εκπληκτική διασκευή για χορωδία, στο "Ξεκινάει μια ψαροπούλα". Ηταν μουσικός ο άνθρωπος, απλώς δεν είχε την ικανότητα να προσαρμόζεται στα πράγματα.

»Είχαμε ανεβάσει ακόμα κάποιες κωμωδίες που είχε φέρει ο Βασίλης Αργυρόπουλος από τη Γερμανία, την εποχή που ήταν εκεί αιχμάλωτος, έργα του Ρούσσου, αλλά και την "Γκόλφω" του Περεσιάδη διασκευασμένη σε πρόζα.

»Το καλοκαίρι του 1949 εν τέλει μας παγίδευσαν, φέρνοντάς μας ένα έργο των Βελιμέζη και Βελμύρα. Ενας από τους δύο τότε ήταν και διευθυντής στη Λυρική Σκηνή. Λόγιοι της Δεξιάς. Από τον Μεταξά κρατάγανε. Το έλεγαν η "Μπόρα", η οποία Μπόρα ήταν η κομμουνιστική επανάσταση. Και τι να λέγαμε; Πως δεν θα το ανεβάζαμε; Το σαμποτάραμε με τρεις μήνες πρόβες, αλλά τελικά βέβαια το ανεβάσαμε».

Χαρακτικό του Γιώργου Φαρσακίδη

Σεβάστηκαν τον Ρίτσο


Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ είχε συλληφθεί τον Ιούλιο του 1948 και είχε εκτοπιστεί στο Κοντοπούλι της Λήμνου. Στη Μακρόνησο τον μετέφεραν τον Μάιο του 1949.

Δεν βασάνισαν τον ποιητή, σύμφωνα με τη μαρτυρία του ζωγράφου Μάνθου Κέτση, όπως την κατέγραψε η Τατιάνα Γκρίτση - Μιλλιέξ (πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Διαβάζω») και τη μετέφερε τόσο η Αγγελική Κώτη στο «Γιάννης Ρίτσος, Σχεδίασμα Βιογραφίας», αλλά και ο Γιώργος και η Ηρώ Σγουράκη στην «Αυτοβιογραφία» του.

Με το που έφτασε ο Ρίτσος στη Μακρόνησο του δόθηκαν 24 ώρες άδεια προκειμένου να αποφασίσει αν θα υπέγραφε τη δήλωση μετανοίας αλλά η πρώτη του νύχτα στο νησί (μόνος σε μια μικρή σκηνή) σημαδεύτηκε από τα ουρλιαχτά των συντρόφων του που τους λιάνιζαν οι άνδρες της Αστυνομίας Μονάδας, ανανήψαντες κι αυτοί, που είχαν αναλάβει να φέρουν στο σωστό δρόμο τους νεοφερμένους.

Τον κάλεσαν πρωί στο διοικητήριο και του ζήτησαν μόνο ένα βιογραφικό σημείωμα, ανανεώνοντας την πρόσκληση για τις 6 το απόγευμα.

Να πώς περιγράφει ο Κέτσης τον ιδιότυπο Γολγοθά: «Το απόγευμα μας μαζέψανε όλους στην προκυμαία. Επρεπε ν' ακούσουμε τους λόγους των ανανηψάντων. Επρεπε να χειροκροτήσουμε και να φωνάξουμε μπράβο. Στο βάθος μαλακιά και χαρούμενη η Αττική. Για μια στιγμή σταμάτησαν οι ανάσες. Ολα τα μάτια καρφωθήκανε μαζί στην ανηφόρα της διοίκησης. Μέσα σε πρωτοφανή σιωπή στον ολοέρημο δρόμο, ανέβαινε ο ποιητής. Μέσα τον περιμένανε. Ολη η διοίκηση. Καθισμένοι γύρω στο μεγάλο τραπέζι και μία θέση μόνο κενή, η θέση του ποιητή που θα υπέγραφε με το αίμα και την τιμή του. Το ένα χέρι στο τηλέφωνο. Μόλις εκείνος θ' άφηνε την πένα, θ' ανοίγανε οι τηλεφωνικές γραμμές, θα το έγραφαν αμέσως οι εφημερίδες, θα το 'λεγαν στα ραδιόφωνα. Ο Ρίτσος υπέγραψε».

Ο ίδιος ο Ρίτσος, το ίδιο βράδυ, περιέγραψε στους συγκρατουμένους του τι ακριβώς είχε συμβεί. Δήλωσε πως δεν θα υπέγραφε, προσθέτοντας πως πριν μπει στο διοικητήριο είχε συνομιλήσει με τη συνείδησή του.

«Εκανες σε κανέναν κακό; τη ρώτησα. Μου είπε: Οχι. Αγαπάς όλο τον κόσμο; Μου απάντησε: Ναι. Αγαπάς πολύ την Ελλάδα; Μου είπε: Απέραντα. Βλέπετε, κύριοι, αυτά τα πράγματα οι άνθρωποι τα ζουν, δεν τα υπογράφουν. Κι έφυγα».

Αργότερα την ίδια νύχτα επιχείρησαν να τον μεταφέρουν στον 7ο λόχο, το λόχο των μαρτυρίων.

Ξανά ο λόγος στον Κέτση: «Αξιωματικοί που ίσα τα χτες τους νομίζαμε ανήμερα θηρία, άνθρωποι που τους λέγαμε πουλημένους, ξεπετάχτηκαν μέσα στη νύχτα και τον ακολούθησαν. Ξαφνικά ένας λοχαγός παρουσιάστηκε μπροστά στους συνοδούς του ποιητή και ούρλιαξε πως ήταν διαταγή από τη διοίκηση να μην τον πειράξουν».

Εννοείται πως ψευδόταν, όμως την ίδια εντολή έδωσαν πολλοί ακόμα βαθμοφόροι, με αποτέλεσμα ο άρρωστος από φυματίωση Ρίτσος να μην πεθάνει από το ξύλο στη Μακρόνησο.

«Δεν τον πείραξαν», ολοκλήρωνε ο Κέτσης. «Το στρατόπεδο των αναξίων, το στρατόπεδο της προδοσίας, το στρατόπεδο του μίσους, το στρατόπεδο της ασκήμιας μέσα σε μια ώρα είχε ομορφύνει, είχε ανέβει ψηλά, πολύ ψηλά, εκεί που φτερούγισε το περιστέρι του ποιητή κι έκανε τα αδύνατα δυνατά για να τον σώσει. Εκείνο το βράδυ, η αγάπη του μας είχε ξεσκεπάσει και είδαμε πως δεν είμαστε προδότες, δεν είμαστε άσκημοι. Μέσα στα στήθια μας χτυπούσε μια καρδιά, η καρδιά της αγάπης».

Αντιστοιχισμένο περιεχόμενο

Η Ενημέρωση στην Ελλάδα και τoν Κόσμο