11 Νοε 2012

Το Ελ Νίνιο «έψησε» τους Μινωίτες;

Δεν τους διέλυσε το ηφαίστειο της Σαντορίνης, δεν τους νίκησαν οι Μυκηναίοι. Οι Μινωίτες μπήκαν στο στόχαστρο του Ελ Νίνιο και ηττήθηκαν από την ξηρασία…

Πολλοί πολιτισμοί έχουν ανθήσει και.... ύστερα έχουν μαραθεί στην τόσο μεγάλη ιστορία της Γης αφήνοντας πίσω τους τα ίχνη της παλιάς τους δόξας. Στις περισσότερες περιπτώσεις ξέρουμε τι ήταν εκείνο που προκάλεσε την παρακμή τους, η πτώση ορισμένων όμως εξακολουθεί να καλύπτεται από μυστήριο. Από αυτές τις μυστηριώδεις «εξαφανίσεις» καμία ίσως δεν έχει εξάψει τη φαντασία και την περιέργεια όσο εκείνη του Μινωικού Πολιτισμού ο οποίος «έσβησε» ολοσχερώς από τον χάρτη γύρω στο 1200 π.Χ.. Και αυτό όχι μόνο εδώ, στην Ελλάδα, που υπήρξε ο φυσικός του χώρος, αλλά και σε διεθνές επίπεδο.

Κάποιες θεωρίες έχουν διατυπωθεί από έλληνες και άλλες από ξένους ερευνητές, καμία όμως δεν έχει κατορθώσει - τουλάχιστον προς το παρόν - να επικρατήσει. Μια από τις τελευταίες προτάσεις μάς έρχεται μεν «απ’ έξω», από αμερικανικά πανεπιστήμια, έχει όμως ελληνική υπογραφή. Υποστηρίζει - και με καλά τεκμηριωμένα στοιχεία - ότι ο αφανισμός των Μινωιτών δεν ήρθε από τη «γειτονιά» της Κρήτης, από το ηφαίστειο της Σαντορίνης ή από τους επεκτατικούς Μυκηναίους όπως θέλουν οι επικρατέστερες εκδοχές, αλλά ότι προκλήθηκε από έναν απρόσμενο εχθρό που έφθασε από πολύ μακριά, από τον Ειρηνικό Ωκεανό: το φαινόμενο που σήμερα ονομάζουμε Ελ Νίνιο.

Αν αυτό ακούγεται υπερβολικό, ο Αναστάσιος Τσώνης, καθηγητής στο τμήμα Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο του Γουισκόνσιν-Μιλγουόκι με ειδικότητα στις Επιστήμες της Ατμόσφαιρας, στο Κλίμα και στη Θεωρία του Χάους και ένας εκ των συγγραφέων της μελέτης που δημοσιεύθηκε πριν από δύο χρόνια στην επιθεώρηση «Climate of the Past», έχει να παρουσιάσει στοιχεία που μπορούν να το κάνουν πιστευτό. Σύμφωνα με τις αναλύσεις του ιδίου και των συνεργατών του, το Ελ Νίνιο της εποχής των Μινωιτών ήταν τρεις φορές πιο ισχυρό από αυτό που γνωρίζουμε σήμερα και διαρκούσε περισσότερο από δύο αιώνες. Ως αποτέλεσμα, όπως υποστηρίζουν οι ερευνητές, οδήγησε σε παρατεταμένη ξηρασία στην Κρήτη εξουθενώνοντας τον τοπικό πληθυσμό και οδηγώντας τον σταδιακά στο να εγκαταλείψει το νησί μεταναστεύοντας είτε στην ηπειρωτική Ελλάδα είτε στην Κύπρο, η οποία, παραδόξως, βρισκόταν έξω από το πεδίο επιρροής του φαινομένου.

Κενά στις επικρατέστερες θεωρίες

«Δύο είναι οι κύριες θεωρίες γύρω από την παρακμή των Μινωιτών» λέει ο κ. Τσώνης μιλώντας στο «Βήμα». «Η μία, του Μαρινάτου, από το 1939, την αποδίδει στην έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης, όμως με τις πρόσφατες και ακριβέστερες χρονολογήσεις που τοποθετούν την έκρηξη γύρω στο 1600 με 1640 π.Χ., 200 χρόνια πριν από την καταστροφή των ανακτόρων και 400 πριν από την παρακμή των Μινωιτών δηλαδή, η θεωρία αυτή δεν ευσταθεί». Η δεύτερη θεωρία «δείχνει» ως υπαίτια την εισβολή των Μυκηναίων στο νησί. «Το πρόβλημα εδώ» λέει ο επιστήμονας «είναι ότι ίχνη μιας τέτοιας εισβολής δεν υπάρχουν στα αρχαιολογικά ευρήματα. Ακόμη όμως και αν δεχθούμε ότι έγινε, παραμένει το ερώτημα: αφού οι Μυκηναίοι εισέβαλαν στην Κρήτη, γιατί δεν έμειναν εκεί, για να ασκήσουν την επιρροή τους, όπως έκαναν στα άλλα μέρη; Υπάρχουν κενά».

Για να «κλείσει» αυτά τα κενά ο κ. Τσώνης σκέφτηκε να διερευνήσει το ενδεχόμενο της κλιματικής αλλαγής, η οποία ανά τις χιλιετίες έχει αποτελέσει την αιτία για την παρακμή πολλών πολιτισμών. Γνωρίζοντας από προηγούμενες μελέτες του ότι το Ελ Νίνιο είναι ένα φαινόμενο το οποίο μπορεί να επηρεάσει πολλά σημεία του πλανήτη πλήττοντάς τα με ξηρασία, αποφάσισε να επικεντρώσει τις έρευνές του σε αυτό. Μαζί με τους συνεργάτες του προχώρησε μεθοδικά, συνθέτοντας ιστορικά, κλιματολογικά και γεωλογικά στοιχεία και συνδυάζοντάς τα με σύγχρονα δεδομένα και προσομοιώσεις με μοντέλα. Οι αναλύσεις τελικά δεν τον διέψευσαν. Αντιθέτως, οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι η υπόθεσή του δεν ήταν ίσως τόσο απίθανη.

Ενεργό Ελ Νίνιο, ξηρασία στη Μεσόγειο

Προηγούμενη μελέτη έχει δείξει ότι στη σύγχρονη εποχή, όπου υπάρχουν «πραγματικές» μετρήσεις της θερμοκρασίας και της βροχόπτωσης, το Ελ Νίνιο επηρεάζει το κλίμα στην Ευρώπη. Για να επιβεβαιώσουν όμως κατά πόσον το φαινόμενο μπορεί να φέρει ξηρασία στην Κρήτη σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου οι επιστήμονες ξεκίνησαν μελετώντας έμμεσα - proxy - δεδομένα (από πυρήνες ιζημάτων και πάγου, από κορμούς δένδρων κ.λπ.), τα οποία καλύπτουν τέσσερις «κοντινούς» αιώνες, από το 1600 ως το 1980 μ.Χ. «Συσχετίσαμε τον δείκτη του Ελ Νίνιο και τον δείκτη της Λα Νίνια με τη βροχόπτωση σε όλη την Ευρώπη και είδαμε ότι υπάρχουν πολύ συγκεκριμένα μοτίβα που δείχνουν την επιρροή» εξηγεί ο κ. Τσώνης. «Υστερα, για να αποκλείσουμε ότι τα μοτίβα αυτά είναι τυχαία, κρατήσαμε τις ίδιες τιμές βροχόπτωσης αλλά δώσαμε τυχαίο δείκτη του Ελ Νίνιο. Είδαμε ότι οι συσχετισμοί εξαφανίστηκαν, πράγμα που σημαίνει ότι το μοτίβο οφείλεται στο γεγονός ότι το Ελ Νίνιο είναι δυναμικό».

Τα μοτίβα αυτά, όπως προσθέτει, συμπίπτουν με τα μοτίβα που έχουν αναδειχθεί από τη σύγκριση των «πραγματικών» μετρήσεων. Συμπίπτουν επίσης και με τα μοτίβα που αναδείχθηκαν από τις προσομοιώσεις με μοντέλα. «Σε γενικές γραμμές πήραμε παρόμοια αποτελέσματα από τις προσομοιώσεις και τις παρατηρήσεις» αναφέρει ο καθηγητής. «Σε περιόδους Λα Νίνια έχουμε περισσότερη βροχή, σε περιόδους Ελ Νίνιο είναι το αντίθετο. Το οποίο σημαίνει ότι με τη Λα Νίνια έχουμε πιο υγρές περιόδους, ενώ με το Ελ Νίνιο έχουμε ξηρασία». Αλλη μία επιβεβαίωση, προσθέτει, ήρθε από την «περίπτωση» της Κύπρου. «Αυτό είναι κάτι πολύ ενδιαφέρον, και μου το επεσήμανε ένας κριτής της έρευνας, εγώ δεν το είχα δει» λέει. «Η Κύπρος δεν βρίσκεται μέσα στην περιοχή της ξηρασίας. Αρα παρ’ ότι βρίσκονται τόσο κοντά, το Ελ Νίνιο επηρεάζει διαφορετικά την Κρήτη και την Κύπρο και βλέπουμε συμφωνία ανάμεσα στα δεδομένα και στα μοντέλα ακόμη και για τόσο μικρές αποστάσεις. Αυτό είναι σημαντικό γιατί την εποχή που οι Μινωίτες καταστράφηκαν η Κύπρος πήγαινε πολύ καλά. Επιβεβαιώνει ότι δεν είχαν τα ίδια προβλήματα».


200 χρόνια ξηρασία…

Αν και η μείωση της βροχόπτωσης στους πρόσφατους ιστορικούς χρόνους κατά τις περιόδους του Ελ Νίνιο ήταν εμφανής σε μεγάλο τμήμα της Μεσογείου και στην Κρήτη, αυτή δεν ξεπερνούσε το 10% - ποσοστό το οποίο δεν είναι ικανό να εξηγήσει την καταστροφή ενός ολόκληρου προϊστορικού πολιτισμού. «Το ερώτημα τώρα ήταν μήπως το Ελ Νίνιο ήταν ασυνήθιστα ενεργό εκείνη την εποχή» εξηγεί ο κ. Τσώνης.«Για να το δούμε πήγαμε σε μια άλλη proxy χρονολόγηση που φθάνει ως το 9000 π.Χ.». Εξετάζοντας αυτά τα δεδομένα, τα οποία προέρχονται από ανάλυση πυρήνων από τη λίμνη Παλκακότσα του Εκουαδόρ, οι ερευνητές είδαν ότι ενώ το Ελ Νίνιο φαίνεται να είναι ελάχιστα ενεργό πριν από το 4.000-3.000 π.Χ., μετά εμφανίζεται πιο δραστήριο και ξαφνικά το 1450 π.Χ. αρχίζει να γίνεται πολύ πιο έντονο, πολύ πιο συχνό και με πολύ μεγαλύτερη διάρκεια. «Φαίνεται ότι περίπου τότε, ενώ είχαμε μια δυναμική όπου κυριαρχούσε η Λα Νίνια, σημειώθηκε μια διχαλοδρόμηση στο σύστημα η οποία έκανε τον ελκυστή του μεγαλύτερο σε διάσταση και πιο ασταθή σε συμπεριφορά, οδηγώντας σε μια δυναμική όπου το Ελ Νίνιο έγινε πιο συχνό και πιο ισχυρό» λέει ο μαθηματικός. «Διαρκεί πλέον αιώνες, τουλάχιστον 200 χρόνια».

«Τώρα φανταστείτε» προσθέτει «είναι μια αργή διαδικασία, αλλά είναι μια αργή διαδικασία ξηρασίας. Διαρκεί δεκαετίες, αν υπάρχει μείωση των βροχοπτώσεων 10%, 20%, 30% για μια πολύ μακρά περίοδο οι άνθρωποι δεν μπορούν να αντέξουν. Στην αρχή μπορεί να τα καταφέρουν με λιγότερο νερό. Οσο όμως περνάει ο καιρός και το νερό γίνεται όλο και λιγότερο, τι θα κάνουν; Θα πάνε κάπου αλλού. Οι Μινωίτες δεν καταστράφηκαν. Εξαφανίστηκαν. Τι απέγιναν; Το πιθανότερο είναι ότι δεν μπορούσαν να τα βγάλουν πέρα και σιγά-σιγά έφυγαν, πήγαν στην Κύπρο ή στην ηπειρωτική Ελλάδα, ποιος ξέρει; Είναι μυστήριο».

Και εδώ οι επιστήμονες θέλησαν να επιβεβαιώσουν την αξιοπιστία της χρονολόγησης στην οποία είχαν βασιστεί και να επαληθεύσουν τα ευρήματά τους συγκρίνοντάς τα με τα σύγχρονα δεδομένα. Η ανάλυση όχι μόνο έδειξε ότι συμφωνούσαν αλλά επιπλέον ανέδειξε και την ασυνήθιστη ένταση του Ελ Νίνιο στην εποχή των Μινωιτών, η οποία ήταν τριπλάσια από τη σημερινή. «Το Ελ Νίνιο τότε ήταν πάρα πολύ έντονο»λέει ο κ. Τσώνης. «Θα πρέπει να είχε πολύ ισχυρή επιρροή σε όλον τον κόσμο, όχι μόνο στους Μινωίτες».

Η φλαμουριά «έφυγε» μαζί με τους Μινωίτες

Επιπλέον, άλλα ευρήματα από άλλες έρευνες φαίνονται να επιβεβαιώνουν τα στοιχεία τους. «Εχουμε αρχαιολογικά γεωλογικά δεδομένα από το Περού καθώς και από μια χρονολόγηση τυφώνων τα οποία συσχετίζονται πολύ καλά με τα δικά μας» τονίζει ο καθηγητής. «Επίσης το Ελ Νίνιο επηρεάζει πολύ τη βροχόπτωση στη Δυτική Αφρική, στο Δυτικό Καμερούν, και η χρονολόγηση από εκεί συμφωνεί με τη δική μας».

Η τελική «σφραγίδα» έρχεται, όπως υπογραμμίζει, από δύο μελέτες από την ίδια την Κρήτη. Η πρώτη έγινε με ανάλυση ισοτόπων οξυγόνου σε πυρήνες από τη θέση Λίμνες στη Χερσόνησο του Ακρωτηρίου Χανίων. Τα αποτελέσματά της δείχνουν ότι, ενώ επί πολλές χιλιετίες επικρατούσε μεγαλύτερη υγρασία, στα μέσα του Ολόκαινου (δηλαδή γύρω στο 4000-3000 π.Χ.) κάνει την εμφάνισή της η ξηρασία η οποία γίνεται πάρα πολύ έντονη από το 1450 π.Χ. ως το 1200 π.Χ. και αρκετά αργότερα.
Η δεύτερη μελέτη έγινε σε πυρήνες γύρης από τη λίμνη του Κουρνά, επίσης στη Δυτική Κρήτη. Στους πυρήνες αυτούς η γύρη από φλαμουριά (Tilia, γνωστή και ως φιλύρα ή τίλιο) ενώ εντοπίζεται ως το 1400 π.Χ. μετά εξαφανίζεται, κάτι το οποίο σημαίνει ότι τα επίπεδα της βροχόπτωσης έπεσαν κάτω από εκείνα στα οποία το φυτό μπορεί να επιβιώσει. «Πριν από το 1400 π.Χ. υπήρχε πολλή γύρη από αυτό το δέντρο» λέει ο κ. Τσώνης. «Μετά, έως και περίπου το 1000 π.Χ., εξαφανίστηκε. Το δέντρο πέθανε και σήμερα δεν φύεται με φυσικό τρόπο στην Κρήτη. Αυτό είναι πολύ ενδεικτικό για τη βροχόπτωση. Ολα δείχνουν προς την ίδια κατεύθυνση». 


ΚΛΙΜΑ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΥΣΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ

Σεισμοί, ηφαίστεια και Μυκηναίοι
Οι κύριες θεωρίες που έχουν προταθεί ως τώρα αποδίδουν την παρακμή του Μινωικού Πολιτισμού είτε σε φυσικούς παράγοντες (ουσιαστικά στους σεισμούς και στην έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης και στις συνέπειές της) είτε σε ανθρώπινους (κυρίως μια πιθανή κάθοδο των Μυκηναίων στην Κρήτη). Ορισμένες ενοχοποιούν και τους δύο παράγοντες, όπως αναφέρει στο «Βήμα» η Κατερίνα Κόπακα, καθηγήτρια Προϊστορικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, η οποία δεν συμμετείχε στη μελέτη του κ. Τσώνη και των συνεργατών του. «Υποστηρίζουν δηλαδή ότι οι Μυκηναίοι βρήκαν ένα νησί το οποίο ήταν ήδη καταταλαιπωρημένο από επαναλαμβανόμενα σεισμικά επεισόδια και το μεγάλο τραύμα της έκρηξης του ηφαιστείου της Θήρας και έτσι μπόρεσαν ενδεχομένως ευκολότερα να εμπεδώσουν την επικυριαρχία τους» εξηγεί.

Κανείς ωστόσο, όπως σπεύδει να προσθέσει, δεν μπορεί να ξέρει με βεβαιότητα τι συνέβη. Οσον αφορά την υπόθεση των «φυσικών» παραγόντων, η οποία έμοιαζε για καιρό πιο «στέρεη», όλα φαίνονται να αλλάζουν μετά τις νεότερες, ακριβείς χρονολογήσεις. «Η έκρηξη του ηφαιστείου δεν είναι πια συμβατή με την καταστροφή των ανακτόρων και τον πολιτισμικό μαρασμό» λέει. «Βεβαίως, όποτε και αν έγινε αυτή η έκρηξη οι συνέπειές της δεν θα ήταν εφήμερες, θα πρέπει να διήρκεσαν πολύ και να εγγράφηκαν εντονότατα στο τοπίο, στις καλλιέργειες κ.λπ., αλλά και στον ψυχισμό των ανθρώπων. Δεν συμβαίνουν κάθε μέρα τέτοιες κοσμογονικές καταστροφές».

Οσον αφορά το ενδεχόμενο της κατάκτησης από τους Μυκηναίους, η αρχαιολόγος εμφανίζεται επίσης επιφυλακτική. «Πρώτα απ’ όλα δεν έχουμε καθόλου σημάδια πολέμου στην Κρήτη» λέει. «Μια πολεμική εισβολή αφήνει κάποια ίχνη, όπλα, αιχμές, νεκρούς με τραύματα, κάτι. Δεν αφήνει μόνο μερικές καμένες αποθήκες». Εξάλλου, επισημαίνει, μια «κάθοδος» και μια «άλωση» προετοιμάζονται συνήθως πολλά χρόνια πριν από τους κατακτητές, ενώ πάντοτε προϋποθέτουν και μια «προεργασία» από ντόπιους - Μινωίτες δηλαδή στη συγκεκριμένη περίπτωση - που συνεργάζονται με τους εισβολείς, κάτι για το οποίο δεν υπάρχουν δείγματα. «Στην ιστορία του πολιτισμού οι κατακτήσεις, πολεμικές και άλλες, δεν γίνονται ακαριαία, είναι κατά κανόνα μακρές διεργασίες» προσθέτει η κυρία Κόπακα. «Θα μπορούσαν να υπάρχουν τέτοιες ενδείξεις και για την εποχή εκείνη, αλλά θα πρέπει να αναζητηθούν πιο στοχευμένα».

Αλλωστε δείγματα μιας μυκηναϊκής παρουσίας είναι εμφανή στην Κρήτη από κάποια στιγμή και μετά. «Μετά την καταστροφή των ανακτόρων ο πολιτισμός αλλάζει αρκετά» εξηγεί. «Η διακόσμηση στα αγγεία και στα άλλα τέχνεργα είναι πιο “μυκηναϊκή”. Κάποιοι θάβονται με όπλα στους τάφους, όπως δεν συνέβαινε παλαιότερα. Διαφοροποιούνται κάποιες όψεις της μινωικής φυσιογνωμίας του πολιτισμού. Επομένως υπάρχει ξένη παρουσία, υπάρχει μια πληθυσμιακή μετακίνηση, μείξη - και σίγουρα δεν ήταν η πρώτη φορά. Τώρα, τι μορφή είχε αυτή, ήταν πόλεμος, ήταν σύγκρουση, ήταν σταδιακή διείσδυση, ήταν οικονομικός και πολιτικός έλεγχος σε αδυνατισμένες ήδη κρητικές κοινωνικές δομές, ένα είδος ΔΝΤ της εποχής, ήταν περισσότερα μαζί, ποιος μπορεί να πει… Είναι μεγάλες συζητήσεις αυτές, ιδίως στο πλαίσιο της Προϊστορίας».

Η μελέτη του κ. Τσώνη βάζει στο παιχνίδι την κλιματική αλλαγή υιοθετώντας μια προοπτική την οποία η κυρία Κόπακα θεωρεί πολύ ενδιαφέρουσα. «Το σημαντικό με αυτό το άρθρο» τονίζει «είναι ότι εγγράφεται σε μια κατηγορία νέων προβληματισμών που σιγά-σιγά γίνονται αποδεκτοί ακόμη και από τους παραδοσιακότερους μινωιστές και εισάγουν στη συζήτηση το περιβάλλον, και μάλιστα πολύ δυναμικά. Λένε ότι “ωραία η ανθρωποκεντρική αρχαιολογία σας, αλλά δεν είναι μόνο αυτό”». Οι νέες αυτές προσεγγίσεις δεν είναι για την αρχαιολόγο καθόλου ευκαταφρόνητες. Αντίθετα, όπως επισημαίνει, έχουν βάση και λογική. «Δεν είμαι ειδικός για να παρακολουθήσω επαρκώς την επιστημονική τεκμηρίωση του άρθρου. Είμαι πεπεισμένη όμως ότι τέτοιες μελέτες διευρύνουν και εμπλουτίζουν τις αρχαιολογικές προσλήψεις μας και ενθαρρύνουν τη μελλοντική έρευνα προς σημαντικές παρόμοιες διεπιστημονικές ανταλλαγές».

Αντιστοιχισμένο περιεχόμενο

Η Ενημέρωση στην Ελλάδα και τoν Κόσμο