Η Ολυμπία Σκορδίλη ανήκει σε μια νέα γενιά ηθοποιών που παρά τις δυσκολίες της εποχής έχουν αποφασίσει να πάρουν το μέλλον στα χέρια τους.
Την γνωρίσαμε από το "Παρά Πέντε" και το "Οικογένεια Βλάπτει" αλλά και σαν παρουσιάστρια στην εκπομπή "Ονείρου Ελλάς" του Κώστα Φέρρη. Φέτος παίζει τη Βεατρίκη στο «Πολύ κακό για το τίποτα» του Σέξπιρ, σε μια από τις πιο ενδιαφέρουσες παραστάσεις της σεζόν. Η Ολυμπία μιλάει αποκλειστικά στην iefimerida για το θέατρο, την τηλεόραση και το ...... πόσο δύσκολο είναι να είσαι ηθοποιός στην Ελλάδα της κρίσης.
Πόσα χρόνια ασχολείσαι με το θέατρο;
Εννέα χρόνια, από το 2002, ξεκίνησα με τη Λυσιστράτη σε σκηνοθεσία Γιώργου Μιχαηλίδη. Και τώρα με την εταιρεία θεάτρου Υπερίων όπου είμαι και ιδρυτικό στέλεχος. Είναι η δεύτερη φορά που ανεβάζουμε παράσταση. Πέρσι ήταν το «Όχι για αηδόνια» του Τένεσι Γουίλιαμς, που παίχτηκε για πρώτη φορά, και τώρα το «Πολύ Κακό για το Τίποτα» του Σέξπιρ.
Πότε αποφάσισες να γίνεις ηθοποιός;
Ήμουνα λίγο ντροπαλή μικρή και μάλλον το ήξερα, αλλά δεν το διατυμπάνιζα. Βέβαια, όλοι οι άλλοι γύρω μου το είχαν καταλάβει, οπότε δεν χρειάστηκε να το ανακοινώσω. Δεν ξέρω ακριβώς την ηλικία. Πρώτα έγινα καλή θεατής. Έβλεπα πολύ θέατρο και μετά ο δρόμος με οδήγησε σε δραματική σχολή και στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Θέατρο και θεωρητικά και πρακτικά.
Οι γονείς σου πώς το πήραν;
Οι γονείς μου μού βρήκαν τη δραματική σχολή του Βασίλη Διαμαντόπουλου και μου είπαν: «Α, άνοιξε μια καινούργια καλή δραματική σχολή! Πήγαινε!». Και είναι πάντα δίπλα μου από τότε.
Ποιος θα μπορούσες να πεις ότι σε επηρέασε περισσότερο στην καριέρα σου;
Σταθμός στη ζωή μου ήταν ο Μάριος Πλωρίτης, που είχα τη μεγάλη τύχη να τον έχω και καθηγητή στο πανεπιστήμιο. Είχα δει πολλές μεταφράσεις του ανεβασμένες. Είχα διαβάσει κείμενά του στο Βήμα. Ήταν μέντοράς μου. Ο άνθρωπος που πίστεψα σε αυτόν και με οδήγησε και ακόμη τις συμβουλές του τις έχω κανόνα απαράβατο στη ζωή μου.
Τι συμβουλές σου έδινε;
Ήταν της ουσίας. Πάντα ζητούσε να κάνω το ουσιαστικό. Δεν υπήρχαν δηλαδή σειρήνες για κείνον. Ήξερε. Δεν είχε κολλήματα του στυλ «αυτό είναι ποιοτικό, αυτό δεν είναι. Εμπιστοσύνη στον εαυτό σου». Πολλή δουλειά και ότι αυτή η δουλειά θα φανεί.
Πού γεννήθηκες και μεγάλωσες;
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στον Πειραιά, όπου και μένω. Είναι μια ωραία πόλη με θάλασσα, πολύ κοντά στην Αθήνα. Την Αθήνα όμως την έχω αγαπήσει. Δηλαδή αν βρισκόμουν σε μια ξένη χώρα, θα έλεγα ότι μένω στην Αθήνα, όχι στον Πειραιά .
Γιατί προτιμάς την Αθήνα;
Γιατί εδώ κινούμαι. Είναι τα θέατρα που βλέπουμε. Είναι η δουλειά μας. Δυστυχώς, ο Πειραιάς υστερεί σε πολιτιστικές δραστηριότητες. Έχει πολλές ομορφιές, αλλά η Αθήνα είναι ο πόλος έλξης όλων των καλλιτεχνών. Γίνονται πολλά πράγματα. Πρέπει να είμαστε πολύ αισιόδοξοι που κινούμαστε σε μια πόλη με τόσο γρήγορους ρυθμούς. Είναι όμορφη η Αθήνα. Εγώ την αγαπώ πολύ. Στον Πειραιά αισθάνομαι αποκλεισμένη. Δηλαδή νομίζω είτε είσαι στον Πειραιά είτε στη Λαμία, άμα δεν έχεις αυτοκίνητο το ίδιο είναι.
Είσαι και Ολυμπιακός λόγω Πειραιά;
Είμαι (γέλια)
Πόσο έχει επηρεάσει το θέατρο η κρίση;
Νομίζω είναι ακόμη νωρίς να βγάλουμε συμπεράσματα γιατί αυτή η χρονιά που φοβόμασταν όλοι και μόλις πέρασε δεν ήταν από τις χειρότερες στη θεατρική ελληνική πραγματικότητα, αλλά υπάρχει μία μετατόπιση πραγμάτων, παραστάσεων, προγραμματισμού. Γίνονται δηλαδή δουλειές πιο μικρές, πιο μαζεμένες. Είναι πολύ πιο δύσκολη η επιβίωση στα μεγάλα θέατρα, πιστεύω. Είναι ο καιρός της ομάδας. Δηλαδή τώρα πια, αν έχεις ένα όραμα, το υπερασπίζεσαι με νύχια και με δόντια. Δυστυχώς, είναι δύσκολο πια να είναι επάγγελμα με την έννοια που είχαμε συνηθίσει. Δηλαδή να μπορείς να το κάνεις αυτό για 6 μήνες, να ξέρεις ότι θα έχεις ένα σταθερό μισθό , ότι δεν πρόκειται να κατέβει η παράσταση, ότι όλα θα πάνε καλά.
Είναι λίγο στοίχημα δηλαδή;
Ναι, αλλά αυτός ο ελιγμός ίσως να είναι και η διέξοδος, γιατί αν μέναμε κολλημένοι σε αυτό που έχουμε συνηθίσει δεν θα γινόταν τίποτα.
Από δημιουργικής πλευράς εννοείς;
Ναι, βλέπουμε και φέτος πολλές παραστάσεις, σε πολλά θέατρα. Συντηρούνται, ανακαινίζονται και λειτουργούν ακόμη μικρότερα θέατρα. Το πρόβλημα παραμένει στα μεγάλα, τα κεντρικά και εμπορικά. Για όλα τα μικρά, υπάρχει κόσμος. Αυτός ο κόσμος είναι το θέμα να τονωθεί, γιατί υπάρχει μια διασπορά. Δηλαδή δεν ξέρω ποια είναι η δυναμική του κοινού. Ας πούμε, αν πάρεις χίλια άτομα και τα διασπάσεις και είναι από 10 σε κάθε θέατρο, δεν μπορούν τα θέατρα να επιβιώσουν. Το θέμα είναι να μείνουν ευχαριστημένοι από αυτό που βλέπουν ώστε να υπάρχει επιβίωση και άνοδος, άνθιση.
Ψυχολογικά πώς σε έχει επηρεάσει σαν ηθοποιό;
Είναι ένας εθισμός αυτό. Κάθε 3-6 μήνες σκεφτόμαστε αυτό το τι θα κάνω μετά. Είναι και ένα άγχος που σε ρίχνει ψυχολογικά που σε τονώνει όταν βρίσκεις κάτι. Εννοείται πως με έχει επηρεάσει, λίγο περισσότερο από τις προηγούμενες χρονιές. Και μάλλον λειτουργεί και σαν καταπραϋντικό, δηλαδή πριν 5 χρόνια αν δεν έβρισκες δουλειά, έλεγες κάπου φταίω εγώ. Φέτος αν δεν βρεις δουλειά, λες, καλά, και ποιος έχει δουλειά; Οπότε είναι λίγο περίεργα τα πράγματα.
Σε τρομάζει καθόλου;
Με τρομάζει το μέλλον. Σκεφτόμουν αυτές τις μέρες ότι έχει και έναν παραλληλισμό με την παράσταση. Δηλαδή μπορεί να είναι Σέξπιρ, αλλά όλοι οι κλασικοί συγγραφείς είναι σύγχρονοι ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο, γιατί δεν αφορούν την εποχή στην οποία αναφέρονται αλλά και το σήμερα και το αύριο, αν υπάρχει ένα αύριο αξιοπρεπές. Τότε ήταν ένας πόλεμος κάτι συγκεκριμένο, τώρα η απειλή είναι κάτι αφηρημένο.
Είναι αναγκαία για έναν ηθοποιό σήμερα η τηλεόραση; Χρειάζεται;
Είναι πολλά η τηλεόραση. Φέτος μου λείπει που δεν κάνω. Είναι τρόπος επιβίωσης. Είναι τρόπος αλληλεπίδρασης με τη θεατρική σου ύπαρξη και οντότητα γιατί αυτοί που σε βλέπουν ελπίζεις ότι θα έρθουν και στο θέατρο. Είναι ένα τμήμα πολύ ισχυρό του επαγγέλματος που δυστυχώς έχει υποστεί τον μεγαλύτερο βαθμό της κρίσης. Δεν γίνονται δουλειές, αυτό το έχουμε καταλάβει όλοι πλέον. Και δυστυχώς το μέλλον δεν είναι όπως στο θέατρο, που είναι στο χέρι πολλών από εμάς να το αλλάξουμε. Είναι πιο δύσκολο. Πια δεν υπάρχουν και περιθώρια επιλογής. Καλό θα είναι να πάρει τα πάνω της, αλλά αυτό είναι μια ευχή.
Είναι πολύ πιο δύσκολα τα πράγματα για τους ηθοποιούς που δεν κάνουν τηλεόραση;
Δεν το πιστεύω, και πάντα ήμουν αυτής της άποψης. Υπάρχουν πολλοί δρόμοι για έναν ηθοποιό σήμερα. Αν είναι κάτι το συνειδητό το να απέχει από την τηλεόραση, δεν μπορεί να τον βλάψει σε καμία περίπτωση. Υπάρχουν υπέροχοι ηθοποιοί, αναγνωρισμένοι θεατρικά, που δεν έχουν κάνει ποτέ ή έχουν κάνει σπάνια τηλεόραση. Δεν σε εμποδίζει. Είναι ανάλογα το τι θέλεις ή το τι έχεις επιλέξει.
Κινηματογράφο πηγαίνεις;
Δυστυχώς τον τελευταίο καιρό δεν έχω το χρόνο να παρακολουθήσω. Για τα μέτρα των οικονομικών δυνατοτήτων μας, κάνουμε πολύ καλές δουλειές και αποδείχτηκε από την πρόσφατη παρουσία μας στα Όσκαρ, αλλά έχουμε πολύ μέλλον. Η γλώσσα είναι πιστεύω πολύ δεσμευτική στην τέχνη του κινηματογράφου. Για να σου προσφέρει, πρέπει να παιχτεί σε άλλες χώρες γιατί εμείς είμαστε 10 εκατομμύρια και δεν πηγαίνουμε πια σινεμά. Σινεμά πηγαίνανε μόνο στην εποχή της Αλίκης. Οπότε είναι ζόρικα όταν είσαι περιορισμένος. Η Βαρντάλος, ας πούμε, έκανε ένα ελληνικό θέμα στα αγγλικά και με αμερικάνικο χρηματοδότη και παραγωγή και πήγε σούπερ, παγκόσμια. Ο Γαλιφιανάκης δεν είναι πολύ καλός; Σαν καλλιτέχνες δεν έχουμε να ζηλέψουμε τίποτα από το εξωτερικό σε κανένα τομέα. Έχουμε υπέροχους ηθοποιούς, φωτιστές, ενδυματολόγους. Μπορούμε να κάνουμε αριστουργήματα σε όλους τους τομείς αλλά οι παραγωγές τους σαν παραγωγές είναι πολύ μακριά. Έχουν τρομερό τεχνικό εξοπλισμό.
Όχι και όλες, κάποιες πολυδιαφημιζόμενες ξένες που έχω δει εδώ σαν παραγωγές δεν έλεγαν και πολλά. Π.χ. μια παράσταση στο Εθνικό ήταν απείρως πιο φροντισμένη από αυτή την άποψη.
Ναι, αλλά αν δεις μιούζικαλ στο εξωτερικό, από τα εφέ και μόνο θα πάθεις πλάκα. Στα εφέ έχουμε το πρόβλημα, στο θέμα της παραγωγής, και είναι πονεμένη ιστορία. Γιατί το να κάνεις παραγωγή στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο είναι κάτι που δεν σου προσφέρει τίποτα, μόνο χάνεις και είχαμε πολλούς τρελούς τέτοιους, ωραίους τρελούς, αλλά πόσο θα τους έχουμε ακόμη; Θαυμάζω πάρα πολύ τους ανθρώπους που βάζουν ακόμη λεφτά για τις τέχνες. Επειδή το πονάνε, όχι για κάποιο άλλον λόγο.
Δημιουργικά όμως βρίσκεις νέους τρόπους να εκφραστείς υπό αυτές τις συνθήκες, δεν νομίζεις;
Είμαστε λίγο σε μια εποχή που έχουν δοκιμαστεί όλα, οπότε και η σύνθεση και η αφαίρεση δεν μπορούν να χαρακτηριστούν πρωτότυπες. Δεν είμαι και υπέρ του ότι αυτό έχουμε και τίποτα άλλο και αρκεί η ύπαρξή μας για να εντυπωσιάσουμε. Μπορεί αυτό κάποιες φορές να είναι αρκετό αλλά δεν είναι πάντα. Η σύνθεση πραγμάτων και ανθρώπων μπορεί να δημιουργήσει ένα καλό αποτέλεσμα στις εποχές μας.
Θέατρο προλαβαίνεις να παρακολουθείς;
Όποτε έχω χρόνο, πηγαίνω.
Τι διαφορετικό προσφέρει το δικό σας «Πολύ κακό για το τίποτα»;
Το έχουμε δει με ένα σύγχρονο μάτι επειδή μας αφορά η δυσκολία του έρωτα και της επικοινωνίας. Το πώς ο άνθρωπος μπορεί να παρασυρθεί εύκολα και από το καλό και το κακό, είναι πολύ κοντινό μας αυτό που συμβαίνει στο έργο.
Πιστεύεις ότι αντικατοπτρίζει τις σημερινές σχέσεις που είναι κάπως αποξενωμένες;
Σαφώς, γι’ αυτό και το έχουμε δει έτσι, γι’ αυτό δεν έχουμε δει μόνο την κωμική του διάσταση αλλά και την σκοτεινή. Γιατί ο έρωτας είναι μια σπίθα που εμείς θέλουμε να την πιάσουμε με βρεγμένα χέρια για να μην καούμε. Βουτάμε τα χέρια μας στο νερό για να μην γίνει αυτή η ανάφλεξη. Ακόμη και στο peak του έρωτα, πάντα υπάρχει κάτι δύσκολο. Δεν μπορείς να πεις «βρήκα τον έρωτα μου, είμαι τρισευτυχισμένη» γιατί θα ανοίξεις την τηλεόραση. Όλη η ζωή είναι μια μάχη και πάντα κάτι θα σου θυμίζει ότι υπάρχει η επόμενη μάχη στη ζωή σε όλους τους τομείς.
Οι συντελεστές του έργου;
Είμαστε 13 ηθοποιοί. Μεταφραστής και σκηνοθέτης και κεφαλή του Υπερίωνα είναι ο Αλέξανδρος Κοέν, με τον οποίο είμαστε συμμαθητές και αγαπημένοι φίλοι από τη σχολή. Αυτό το έργο το σκεφτόμαστε από τότε, όταν θέλαμε να κάνουμε μια ομάδα και στο μυαλό μας το είχαμε προχωρήσει, άσχετα αν τώρα ήρθε η πραγμάτωση. Και είναι πολύ ευτυχής συγκυρία, κάτι που έχεις σκεφτεί στο παρελθόν όταν είσαι εκκολαπτόμενος ηθοποιός να γίνεται πράξη μετά από 9 χρόνια. Τη μουσική έχει κάνει ο Μιχάλης Δέλτα και έχει γράψει υπέροχα τραγούδια για την παράσταση.
Τι κάνει πετυχημένη πιστεύεις μια θεατρική παράσταση εμπορικά;
Δεν ξέρω.. Υπάρχουν παραστάσεις που από την πρώτη μέρα δείχνουν ότι θα τρέξουν, θα τσουλήσουν. Υπάρχουν παραστάσεις που ξεκινάνε χάλια και μετά από δυο βδομάδες ανεβαίνουν ξαφνικά. Υπάρχουν παραστάσεις που ξεκινάνε μέτρια και μετά πέφτουνε. Αυτό είναι το μαγικό με το θέατρο. Δεν ξέρεις τι θα σου ξημερώσει. Και είναι απρόβλεπτη η κάθε μέρα πάνω στη σκηνή. Δεν ισχύει τίποτα. Είμαστε λίγο παρανοϊκοί όσοι ασχολούμαστε με τις τέχνες. Εδώ ο κόσμος καίγεται και εμείς κάνουμε παραστάσεις.
Τι να κάνεις όμως; Να τα βάψεις μαύρα;
Ναι, να σου πω, προτιμώ να διαβάσω ένα θεατρικό έργο παρά να ανοίξω την τηλεόραση ή να ανοίξω μια εφημερίδα και να διαβάσω. Έχουν χαθεί τα χαμόγελα και ελπίζω να γίνουμε λίγο πιο αισιόδοξοι. Να μην μας πάρει από κάτω η μιζέρια στις μέρες μας. Να είμαστε πιο εύθυμοι. Όταν βρεθείς π.χ. σε παρέες που δεν γνωρίζεσαι πολύ καλά, είναι δύο τα θέματα: Το πότε θα χρεοκοπήσουμε και τα ωροσκόπια, γιατί αυτά δίνουν μια πιο ευοίωνη πρόβλεψη για το μέλλον, για τον Ερμή που έρχεται σε ορθή πορεία. Δεν έχουμε μια ισορροπία.
Έχεις κάτι στα σκαριά μετά το Πολύ Κακό;
Ναι! Ανακοινώσιμα δεν είναι, αλλά είναι ευτυχία για μένα που υπάρχουν στο κεφάλι μου πράγματα που ενδεχομένως θα γίνουν. Αν γίνουν θα είμαι πάρα πολύ ευτυχισμένη και μου αρκεί. Το γεγονός ότι τώρα ονειρεύομαι μου αρκεί. Σε λίγους μήνες δεν ξέρω, αλλά προς το παρόν είμαι πολύ ήρεμη και προσπαθώ να απολαύσω το «Πολύ κακό για το τίποτα».
Το «Πολύ Κακό Για το Τίποτα» θα παίζεται κάθε Κυριακή, Δευτέρα και Τρίτη στο Θέατρο Αργώ μέχρι τις 7 Ιουνίου.
Πρωταγωνιστούν επίσης οι Γεράσιμος Μιχελής, Αγγελική Καρυστινού, Πάνης Καλοφωλιάς, Ιωάννα Αγγελίδη, Βασίλης Μαργέτης, Νικόλας Βασιλειάδης, Γιώργος Γεμελιάρης, Μαρία Πουλιέζου, Γιάννης Αθανασόπουλος, Κωνσταντίνος Ρεπάνης, Ρωμανός Μαρούδης, Αγγελική Σεπέτη. Η σκηνοθεσία είναι του Αλέξανδρου Κοέν, τα σκηνικά και τα κοστούμια της Χριστίνας Κωστέα και η μουσική του Μιχάλη Δέλτα.
Θέατρο Αργώ, Ελευσινίων 15, Μεταξουργείο, τηλ.: 210 5201684
πηγη: